Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα by markar. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα by markar. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 20 Μαρτίου 2014

"Hey, you play in Panathinaikos, you are starting for Panathinaikos. Can you imagine? Can you imagine?"


Απόψε, η μεγαλύτερη ομάδα στην ιστορία του ελληνικού αθλητισμού υποδέχεται τη σημαντικότερη φυσιογνωμία που πέρασε ποτέ από τα ελληνικά γήπεδα. Ο Παναθηναϊκός των 25 εγχώριων τίτλων και των 6 ευρωπαϊκών την τελευταία 20ετία συναντά τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς, κάτοχο 8 Κυπέλλων Πρωταθλητριών και 32 συνολικά τροπαίων.

Τη συντριπτική πλειονότητα όλων αυτών την πανηγύρισαν μαζί. Γι' αυτό και η σημερινή διχοστασία μοιάζει πραγματικά με παραφωνία, με "κακόγουστο αστείο", όπως την χαρακτήρισε ο Δ. Γιαννακόπουλος. Η συγκλονιστική σειρά των τελικών του 2001 με το 3-2 στο ΟΑΚΑ χάρη στους 23 πόντους του Αλβέρτη, στην πιο δύσκολη Α1 όλων των εποχών. Η πρόκριση στο F4 της Μπολόνιας μέσα - απ' τον λάκκο των λεόντων - όμιλο των ΑΕΚ, ΟΣΦΠ και Olimpija (όπου μέχρι και την τελευταία αγωνιστική ο Παναθηναϊκός φαινόταν να μένει εκτός με 5-1 νίκες!) και η πιο underdog κατάκτηση Ευρωλίγκας μέσα στο PalaMalaguti κόντρα στην Kinder των Ginóbili, Rigaudeau, Jarić, Smodiš και Andersen και τον Ζέλικο να παίζει με τους Αλβέρτη - Bodiroga στο 4, τον Darryl Middleton - στα 40 - στο 5 και τον Λάζαρο να κάνει τους scouts του NBA να ξεχνούν τον Griffith και τον Andersen για τους οποίους είχαν έρθει.

Τα περίεργα χρόνια του Σπόρτιγκ, η νέα ομάδα που ζυμώνεται στο F4 της Μόσχας, τα τρίποντα του Erdoğan στο ΟΑΚΑ. Και από 'κει και πέρα η δεύτερη αυγή. Ο καινούριος ΠΑΟ του Ζέλικο απέναντι στην CSKA του Παπαλουκά στην Αθήνα, η τάπα του Θεού στον Acker και το πρώτο triple crown. Το 2009 ο καλύτερος Παναθηναϊκός όλων των εποχών, αφού διαλύσει τη Σιένα σε δύο ματς ασύλληπτης αμυντικής προσήλωσης στην Ιταλία, κερδίζει στο νήμα Ολυμπιακό και CSKA με το "no foul" στον Ramūnas Šiškauskas.

Το 2008 και το 2010 το γνώριμο ιντερμέτζο, ο αποκλεισμός απ' την Παρτιζάν. Και το 2011 το έκτο αστέρι, το εντυπωσιακότερο. Τα μαεστρικά mind games του Ζέλικο, ο αποκλεισμός της Μπαρτσελόνα των πολλών εκατομμυρίων με τον Νικ Καλάθη να καταπίνει τον Navarro, η δια περιπάτου επικράτηση στο F4. Στο μεταξύ, ο Ολυμπιακός του κουμπάρου Duda ξυπνάει. Και κάποιοι γκρίζοι (από την παρέα του Bertomeu, που ποτέ δεν συμπάθησε ιδιαίτερα το τριφύλλι) στερούν απ' τον Ομπράντοβιτς το 2012, σπρώχνοντας την CSKA, την ευκαιρία να παίξει τα ρέστα του απέναντι στον αιώνιο αντίπαλο. Αν και τζογάρει στο ΣΕΦ, όταν στον πέμπτο τελικό - μέχρις ότου το τρίποντο του Καλάθη αγγίξει στεφάνη - χιλιάδες Ολυμπιακοί πρόλαβαν να χάσουν μερικές δεκαετίες απ' τη ζωή τους. Η αποκαθήλωση κι έπειτα η αγωνία, η απρόσμενη φυγή.

Ο Δ. Γιαννακόπουλος κι ο Αργύρης κρατούν τη σημαία στον ιστό της. Ακόμα, όμως, και τα συγκλονιστικά βράδια στη Βαρκελώνη, όπου αισθάνεσαι ότι στο παρκέ ολόκληρη η νεόφερτη συνομοταξία των Lasme, Gist κλπ. είναι ποτισμένη με το DNA της πολύχρονης επιτυχίας, το φάντασμα του Ζέλικο εξακολουθεί να προκαλεί ένα συναισθηματικό κενό, μια υποσυνείδητη αισθητική ασυμμετρία: "μα, πού είναι ο Ζοτς στην άκρη του πάγκου;".

Έτσι, ο μύθος επιστρέφει απόψε. Όχι ακόμα βέβαια απ' τη σωστή μεριά και όχι ακόμα μόνιμα. Είναι όμως τέτοια η ισχύς των παραπάνω κοινών βιωμάτων, τόσο καθοριστική η σφραγίδα του Ομπράντοβιτς, όχι απλώς στην κατάκτηση πολλών τίτλων, αλλά στη διαμόρφωση της πρωταρχίας του ευρωπαϊκού ιδανικού για τον Παναθηναϊκό και τόσο ακατάλυτος ο δεσμός μεταξύ του κόσμου και του ιδίου που δεν μπορεί να γίνει αλλιώς.

Θα γυρίσει. Ίσως όχι σήμερα, ίσως όχι σε τρεις ή έξι μήνες. Αλλά θα γυρίσει.

Απόψε, λοιπόν, δεν πάμε για να τιμήσουμε τον Ομπράντοβιτς. Αυτό θα γίνει σε κάποιο μακρινό μέλλον, μετά από 15 ή 20 χρόνια, όταν ο Παναθηναϊκός θα έχει ξεπεράσει τη Ρεάλ, θα έχει κατακτήσει 10 ευρωπαϊκά, με τον Καλάθη και τον Μπράμος να φιγουράρουν πια στα λάβαρα του κλειστού, και καμιά 15αριά ακόμα double. Και τότε, όντως, θα γκρεμιστεί το ΟΑΚΑ.

Απόψε πάμε ίσα ίσα για να θυμίσουμε σ' έναν φίλο που ανήκει. Να καταθέσουμε απλώς μια διακριτική υπόμνηση ενότητας. Άλλωστε κι ο ίδιος θυμάται τι είχε απαντήσει στον Αντιπρόεδρο των Toronto Raptors που είχε έρθει στην Αθήνα το 2009 με μοναδική αποστολή να τον φέρει μαζί του πίσω στην Αμερική, μετά από μια εξάωρη κουβέντα στην "Μπόμπαινα" στην Καισαριανή: "Άκουσέ με καλά. Ευχαριστώ πολύ για όλα αυτά που μου προσφέρεις (σ.σ. υπερπολλαπλάσιο budget και μισθό), αλλά πρέπει να γνωρίζεις ότι εγώ δεν φεύγω από την Αθήνα. Δεν έχουν σημασία τα χρήματα, ούτε οι πολυτέλειες. Εδώ είμαι στη δεύτερη πατρίδα μου, στον Παναθηναϊκό, είμαι ανάμεσα στους φίλους μου και περνάω σπουδαία. Όλα αυτά δεν θα τα εγκατέλειπα για τίποτα, φίλε".

Υ.Γ. Νομίζω ότι αν κανείς κληθεί να ξεχωρίσει ένα στοιχεία από τα τόσα χρόνια της παρουσίας του Ομπράντοβιτς δεν θα ήταν άλλο από το βαθύτατο σεβασμό του στον ίδιο τον Παναθηναϊκό, τον οποίον έβλεπε (και μετέτρεψε σε) τη μεγαλύτερη ομάδα της Ευρώπης. Κάθε φορά που ακούω το θρυλικό 7λεπτο κράξιμο με την Prokom δεν μπορώ παρά να ανατριχιάσω στην ατάκα: "Hey, you play in Panathinaikos, you are starting for Panathinaikos. Can you imagine? Can you imagine?".





Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2009

Τι είναι άραγε η πατρίδα μας;

Του Γιώργου Νικολού


Το θέμα που προέκυψε πρόσφατα με τη Θάλεια Δραγώνα -ή ακριβέστερα ανακινήθηκε από το ΛΑΟΣ- είναι ασφαλώς ένα ζήτημα δεκτικό πολλαπλών αναγνώσεων, μιας πολιτικής, μιας επιστημονικής και μιας προσωπικής, με την έννοια της δίκης προθέσεων. Αποδεικνύει δε για μια ακόμη φορά πως οι διακρίσεις στην ελληνική πολιτική σκηνή έχουν πάψει προ πολλού να βασίζονται σε κομματικά στεγανά, αλλά είναι εγκάρσιες και διατρέχουν το σύνολο του πολιτικού φάσματος. Η ανάλυση, συνεπώς, δεν μπορεί παρά να κινηθεί σε δύο άξονες: πρώτον, αν οι θέσεις που κατά καιρούς έχει υποστηρίξει η κ. Δραγώνα έχουν επιστημονικά ερείσματα (δεν λέω αν είναι ορθές ή λανθασμένες, γιατί οι έννοιες αυτές δύσκολα επέχουν θέση σε μία ακαδημαϊκή συζήτηση), και δεύτερον και κυριότερο κατά την προσωπική μου εκτίμηση, αν οποιοσδήποτε φορέας, είτε πρόκειται για ολιγομελείς αυτοσυγκροτούμενες ομάδες διαφωνούντων είτε για κοινοβουλευτικώς εκπροσωπούμενα κόμματα-ακόμα και το πλειοψηφούν κόμμα- έχουν δικαίωμα να ελέγχουν όσους διατυπώνουν αυτές τις απόψεις, ζητώντας την αποπομπή της εν λόγω επιστήμονα παιδαγωγού-και χρησιμοποιώ τον όρο γιατί θεωρώ πως προσιδιάζει άριστα στη δημόσια παρουσία της Θ. Δραγώνα- αλλά και κάθε εκπαιδευτικού που εκφράζει παρόμοιες ή άλλες μη αρεστές σε ορισμένους θέσεις.

Ας δούμε κατ' αρχάς για ποια «ατοπήματα» κατηγορείται η κ. Δραγώνα. Το προηγούμενο Σάββατο οργανώθηκε από τη Νεολαία του ΛΑΟΣ πορεία, στην οποία μάλιστα παρέστησαν και τέσσερις βουλευτές του εν λόγω κόμματος, κατά της παρουσίας της στο Υπουργείο Παιδείας. Αντιγράφω από τον οικείο διαδικτυακό τόπο και απ' όσα της προσάπτονται, ότι στο βιβλίο της «Τι είν΄ η Πατρίδα μας;-Εθνοκεντρισμος στην Εκπαίδευση» η Θ. Δραγώνα ισχυρίζεται μεταξύ άλλων τα εξής (δεν εστιάζω για την οικονομία του κειμένου στο γεγονός ότι η επιλεκτική παράθεση αποσπασμάτων από πανεπιστημιακά συγγράμματα, δεδομένου ότι διασπά τη λογική τους αλληλουχία, αν δεν εξυπηρετεί προπαγανδιστικούς ή άλλους σκοπούς, τουλάχιστον συνιστά μέγα επιστημονικό ολίσθημα):

«Η Ελληνική Εθνική Ταυτότητα δεν υπήρχε πριν από τον 19ο αιώνα. Δημιουργήθηκε έξωθεν σε μια εποχή έντονου εθνικισμού, αποικιοκρατίας και επεκτατικού ιμπεριαλισμού»: Μα δεν πρόκειται για διόλου καινοφανή αντίληψη. Η όχι και τόσο μακρινή διαμάχη Παπαρρηγόπουλου-Fallmerayer έχει πια λήξει, με τους επιφανέστερους διεθνώς εκπροσώπους της ελληνικής ιστοριογραφίας να θεωρούν τη διά μέσου των αιώνων ακατάλυτη συνέχεια του ελληνικού έθνους ένα ιδεολογικό κατασκεύασμα προς θεωρητική θεμελίωση των εδαφικών διεκδικήσεων που επέτασσε ο ελληνικός-όπως και οι λοιποί βαλκανικοί- μεγαλοϊδεατισμός του πρώτου αιώνα ζωής του κράτους μας και δυστυχώς εξακολουθεί να επιβιώνει δίκην κραυγών ως σήμερα, εκκολάπτοντας το αυγό του φιδιού.

είναι ρατσιστής « όποιος αποσιωπά την σημασία, την τεράστια δύναμη, την έκταση και το κύρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας! Επίσης, όποιος αρνείται τις τουρκικές επιρροές στον Νεοελληνικό μας Πολιτισμό (σελ. 81), κι όποιος ισχυρίζεται ότι ο τουρκικός πολιτισμός έχει επιδράσει αρνητικά στους Έλληνες» : Ειλικρινά αδυνατώ να κατανοήσω ποιος δεν θα αναγνώριζε παραχρήμα σε ολόκληρη την Ευρώπη του 16ου, του 17ου, του 18ου και του 19ου αιώνα την πράγματι δυσθεώρητη δύναμη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μήπως δεν ήταν αυτή που το 1529 και το 1683 πολιόρκησε δις τη Βιέννη αναζητώντας την εκπόρθηση της Ευρώπης; Ή φανταζόμαστε ότι οι Ευρωπαίοι της εποχής θεωρούσαν αμελητέα ποσότητα μια αυτοκρατορία που εκτεινόταν από την Αίγυπτο και τη Μεσοποταμία ως την Κριμαία και το Βελιγράδι; Και ναι, από το 1683 και τη Συνθήκη του Κάρλοβιτς, οπότε και προέκυψε ιστορικά ο όρος, μπορεί να αποκλήθηκε «Μεγάλος Ασθενής», αλλά κανείς δεν μπορούσε ακριβώς να της αποστερήσει το «Μεγάλος» που είχε κερδηθεί στα πεδία των μαχών. Όσο για τις επιρροές στο επίπεδο του πολιτισμού, είναι εμφανείς από τις ενδυμασίες των πρώτων ετών του ελληνικού κράτους, τις τόσες γεύσεις της μαγειρικής-πολίτικης και μη-, τα ρεμπέτικα της μουσικής, έως ακόμα και τη νοοτροπία του μπαχτσισιού και του θεμελιωμένου στις διάφορες κατά τόπους κοινότητες και υπηρετούμενες από αυτές πελατειακές σχέσεις συστήματος αποκεντρωμένης εξουσίας-όχι προφανώς από συνειδητή επιλογή, αλλά από αδυναμία συγκρότησης μιας ισχυρής και ανεξάρτητης από τοπικά συμφέροντα κεντρικής εξουσίας, παρά τις όποιες προσπάθειες ακολούθησαν.

«.το να μιλάμε για απόλυτη ομοιογένεια του πληθυσμού της Ελλάδος και να αποσιωπούμε την ύπαρξη χιλιάδων Εβραίων στην Θεσσαλονίκη και σε άλλες πόλεις επί 450 χρόνια είναι καθαρός ρατσισμός! »: Απορίας άξιον πράγματι, ή και ενδεικτικό της άγνοιάς του, να εκφράζει κανείς θαυμασμό(!) απέναντι στη συγκεκριμένη πολλαχώς ιστορικά τεκμηριωμένη άποψη. Εκτός και εάν αγνοούν ορισμένοι -ίσως και σκόπιμα- ότι η κοινότητα των Σεφαρδιτών Εβραίων της Θεσσαλονίκης ήταν μια από τις πιο ευημερούσες της Ευρώπης, έχοντας μάλιστα και καθοριστική συμβολή στην ανάπτυξη του ελληνικού εργατικού κινήματος, μετά την ενσωμάτωση της πόλης στον ελληνικό κορμό το 1913, με κυρίαρχη φυσιογνωμία τον ισπανοεβραϊκής καταγωγής Αβραάμ Μπεναρόγια, που διώχθηκε επανειλημμένα για τις ιδέες και τη δράση του. Ή μήπως πάλι αγνοούν πως η ίδια κοινότητα ήταν η πολυπληθέστερη της πόλης κατά την κατάληψή της από τον ελληνικό στρατό τον Οκτώβριο του 1912; Φοβόμαστε τόσο να πούμε ότι η Θεσσαλονίκη του 1912 δεν ήταν μια αμιγώς ελληνική πόλη; Ότι οι Έλληνες ανέρχονταν μόλις στο 25,3% του πληθυσμού πίσω και απ' τους Εβραίους (38,9%) και τους Μουσουλμάνους (29,1%) σε μια αρμονική πολυπολιτισμική κοινωνία; Για να μην αναφερθώ στο Κιλκίς, του οποίου ο ελληνικός πληθυσμός το 1912 ανερχόταν στο 2%! Όπως φυσικά υπήρχαν και ακμάζουσες ελληνικές κοινότητες που έμειναν τελικά εκτός των εδαφικών ορίων του ελληνικού κράτους. «Προβλήματα» που ξεπεράστηκαν προοδευτικά στην ευρύτερη προσπάθεια να «τεντωθεί» το κράτος ώστε να έρθει στα όρια του έθνους ή το κράτος να ομογενοποιηθεί εθνικά, όπως μας δίδασκε η Λένα Διβάνη. Ώρες ώρες τείνω να πιστέψω πως περισσότερο κι από το «συνωστισμό» του βιβλίου της ΣΤ' Δημοτικού τους πολέμιούς του ενόχλησε η παρουσίαση τέτοιων στοιχείων που αμφισβητούν κατά τρόπο αδιάψευστο και υπό τη μορφή αντικειμενικών δεδομένων τη συνεκτική πορεία του ελληνικού έθνους ανά τους αιώνες.

Οι τελευταίες εξελίξεις ασφαλώς και δεν είναι άσχετες με την προ διετίας διαμάχη για το επίμαχο διδακτικό εγχειρίδιο. Το κόμμα του ΛΑΟΣ είτε επειδή νιώθει να συμπιέζεται πολιτικά μετά την ανάδειξη του Α. Σαμαρά στη θέση του αρχηγού της ΝΔ είτε διότι ορισμένα στελέχη του όντως αυτοπροσδιορίζονται φαντασιακά ως Σπαρτιάτες φυλάττοντες Θερμοπύλες απέναντι στο φάσμα του «εθνομηδενισμού» και της «παγκοσμιοποίησης» (οι όροι εντός εισαγωγικών γιατί κάποιοι σύμφωνα με τα αξιωματικά τους πιστεύω τους τείνουν να τους αποδίδουν δαιμονολογικές διαστάσεις), είναι σαφές ότι επιδιώκει την επανασυσπείρωση του ετερογενούς εκείνου μετώπου που οδήγησε τελικά με την αντίδρασή του στην απόσυρση του βιβλίου. Πρόκειται για την κλασσική διάσταση μεταξύ εκείνων που αντιλαμβάνονται το σχολείο και το πανεπιστήμιο ως φορείς διάπλασης «εθνικών» ιδανικών και συνειδήσεων, έστω και με την παρασιώπηση επώδυνων ιστορικών αληθειών και, βραχυλογικά, αυτών που υιοθετούν το σολωμικό ορισμό του αληθούς για το εθνικό. Προσωπικά, νομίζω ότι η εκπαίδευσή μας θα πρέπει να επιφυλάσσει για τον εαυτό της τη μείζονα πολιτική σκοπιμότητα, αυτή της καλλιέργειας της κριτικής σκέψης, η οποία φυσικά δεν μπορεί να είναι προϊόν αθροίσματος βεβαιοτήτων παρά δημιουργικής αμφιβολίας και διερώτησης.

Στο Βήμα Ιδεών του Δεκεμβρίου 2007 υπάρχει ένας εξαιρετικά διαφωτιστικός διάλογος μεταξύ ορισμένων ιδιαίτερα αξιόλογων ιστορικών, στη διάρκεια του οποίου αναπτύσσονται άκρως ενδιαφέρουσες σκέψεις (http://www.vimaideon.gr//Article.aspx?d=20071207&nid=6794601&sn=%CE%9A%CE%A5%CE%A1%CE%99%CE%9F%20%CE%A4%CE%95%CE%A5%CE%A7%CE%9F%CE%A3&spid=1478, ο σχετικός σύνδεσμος), κυρίως αναφορικά με τον τρόπο πρόσληψης της ιστορίας στην Ελλάδα του σήμερα. Η Λένα Διβάνη σημειώνει χαρακτηριστικά, «Άνθρωποι οι οποίοι αντλούν όλες τις πληροφορίες από την τηλεόραση ή από αυτά που θυμούνται πως διδάχτηκαν στο σχολείο αντιπαρατίθενται μαζί μου επί ώρες με μια αυτοπεποίθηση ειδικού που με εκπλήσσει. Αναρωτιέμαι συχνά αν θα το έκανε αυτό κάποιος σε έναν γιατρό ή σε έναν φυσικό, έναν χημικό.»: ακριβώς, η ιστορία στην Ελλάδα και δη η νεότερη, δεν αντιμετωπίζεται ως επιστήμη αλλά ως προϊόν ερεθισμάτων αμφιβόλου αξιοπιστίας, κυρίως δε ως απότοκο μιας αφηρημένης -εξ ου και δύσκολα αντιμετωπίσιμης- συλλογικής μνήμης. Κι αν οι λεγόμενες θετικές επιστήμες δυσχεραίνουν την αναλογία, αναρωτιέμαι ποιος θα διαφωνούσε με τόση αυτοπεποίθηση με έναν θεωρητικό του φυσικού δικαίου ή με έναν μαρξιστή κοινωνιολόγο ή με έναν διεθνολόγο, θιασώτη του δομικού ρεαλισμού, ειδικούς, δηλαδή, άλλων κοινωνικών επιστημών, πολλώ δε μάλλον να οργανώσει μια ολόκληρη πορεία διαμαρτυρίας κατά της τοποθέτησής τους σε οργανική υπουργική θέση! Εξάλλου, η νεότερη ιστορία αποτελεί ως σήμερα συνέχεια και εργαλείο της πολιτικής, γι' αυτό και δεν εκλαμβάνεται ως αυθύπαρκτο επιστημονικό αντικείμενο, αλλά ως προέκταση του εκάστοτε επίκαιρου πολιτικού διαλόγου, διατηρώντας πάντοτε προνομιακή θέση στην ημερησία διάταξη των συζητήσεων στα καφενεία της περιφέρειας. Συν τοις άλλοις, το ιστορικό μας παρελθόν, σε συνδυασμό με ένα παρόν φαντασιακό υποσυνείδητο, μας επιτρέπουν να επικαλούμαστε ένα πλήθος εχθρών προκειμένου να αυτοπροσδιοριζόμαστε και να δρούμε φοβικά απέναντι σε νέες προσεγγίσεις. Ο Θάνος Βερέμης τονίζει στο πλαίσιο του ίδιου διαλόγου, «Γιατί η ταυτότητά μας κατασκευάζεται μέσα στον κίνδυνο. Οι «μεγάλες» στιγμές της ελληνικής Ιστορίας περιβάλλονται από κίνδυνο. Το ίδιο συμβαίνει μάλλον και με τα άλλα έθνη.». Όταν όμως για να ανακαλέσεις ποιος είσαι υποχρεώνεσαι να θυμηθείς εξωτερικούς εχθρούς, τότε νομοτελειακά θα αναγνωρίσεις πεμπτοφαλαγγίτες στο πρόσωπο της Θ. Δραγώνα και της κάθε κ. Δραγώνα. Η εφεύρεση εχθρών, ενίοτε προαιώνιων, σε περίπτωση που αυτοί απουσιάζουν, είναι προϋπόθεση απαραίτητη για τη συντήρηση και την τροφοδοσία των εθνικών μας μύθων. Αυτά όσον αφορά το ρόλο της ιστορίας και το πραγματικό περιεχόμενο της διαμάχης, που τοποθετήθηκε, όπως ήταν φυσικό, σε ένα ευρύτερο πλαίσιο σύλληψης της ιστορίας ως επιστημονικού αντικειμένου.

Προχωρούμε στη θεσμική-πολιτική διάσταση του ζητήματος. Διαβάζω πάλι στο σχετικό ιστότοπο των νεολαίων του ΛΑΟΣ: «Ο Ελληνικός λαός πριν δύο χρόνια, τόσο με εκφρασμένη άποψη του για το βιβλίο ιστορίας της Ρεπούση (90% αρνητική), όσο και με την ψήφο του, έδειξε πως δεν ανέχεται τις ανθελληνικές μεθοδεύσεις όσων θέλουν να στρέψουν την Παιδεία μας στην λογική του Εθνικού αποχρωματισμού της νέας γενιάς.». Στέκομαι στο ποσοστό που εκφράζει αρνητική άποψη για το εγχειρίδιο -αγνοώ τις συγκεκριμένες μετρήσεις, χωρίς να αμφισβητώ την αξιοπιστία τους και την επίκλησή του ως επιχείρημα. Η δημοκρατία μας ευτυχώς είναι γεμάτη από χιλιάδες μικρές ψηφοφορίες, από ποσοστά και νούμερα, από μειονοψηφίες και πλειονοψηφίες. Και πάλι ευτυχώς, όμως, ορισμένα ζητήματα δεν μπορούν και δεν πρέπει να αποτελούν αντικείμενα δημοψηφισματικών διαδικασιών. Ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Ι. Δρόσος αρεσκόταν πέρυσι στη διάρκεια των μαθημάτων στη χρήση μιας παρομοίωσης για να μας δώσει να καταλάβουμε τη δεσμευτικότητα του Συντάγματος. Έλεγε ότι ένας λαός που αποφασίζει ξαφνικά ότι θέλει ένα νέο θεμελιώδη νόμο βρίσκεται σε θέση παρόμοια με εκείνη που είχε βρεθεί ο Οδυσσέας καθώς άκουγε το τραγούδι των Σειρήνων: μπορεί να ήθελε να υπακούσει στα κελεύσματά τους, αλλά τα δεσμά του, εν προκειμένω το Σύνταγμα, δεν του το επέτρεπαν (η πραγματική λύση στο πρόβλημα θα μπορούσε να ήταν μόνο μια ρηξικέλευθη και εξ ορισμού ριψοκίνδυνη επιλογή, όπως μια επανάσταση, που θα δημιουργούσε εκ των πραγμάτων νέο δίκαιο). Κατά παρόμοιο τρόπο κάποια κεκτημένα και κάποια δικαιώματα δεν μπορούν να τίθενται υπό κρίση απλώς και μόνο διότι η πλειονότητα διαφωνεί με το περιεχόμενό τους. Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο αποτέλεσε και μέγα πισωγύρισμα η απόσυρση του βιβλίου της ΣΤ' Δημοτικού, υπό το βάρος των αντιδράσεων -και μάλιστα ενός κοινού ελάχιστα ενημερωμένου- και την κρίση ενός οργάνου κατά νόμο αναρμόδιου, όπως η Ακαδημία Αθηνών. Μέγιστο λάθος ήταν άλλωστε για τον ίδιο ακριβώς λόγο η πρόσφατη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την ανέγερση μιναρέδων στην Ελβετία -δεν πρόκειται για δικαίωμα διαπραγματεύσιμο, αλλά για αυτονόητη δημοκρατική κατάκτηση. Όπως και στη χώρα μας δεν θα έπρεπε επ' ουδενί να γίνει δημοψήφισμα για την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες, όχι αν το ζητούσαν δύο αλλά δέκα εκατομμύρια Έλληνες. Είναι θετικό, με άλλα λόγια, ότι η δημοκρατία μας δεν είναι ούτε a la carte ούτε δεσμευτική-δημοψηφισματική αλλά αντιπροσωπευτική, με παροχή ελεύθερης εντολής.

Εξάλλου, μοιραία επανερχόμαστε στη συζήτηση περί του επιστημονικού χαρακτήρα της Ιστορίας. Η πλειοψηφία δεν είναι σε θέση και δεν πρέπει να κρίνει επιστημονικές θεωρίες. Άλλωστε, από την ίδια τη φύση τους οι επιστήμες εμπεριέχουν το στοιχείο της ειδίκευσης και της διαφοροποίησης από το πλήθος. Δεν θα μας φαινόταν γελοίο αν το 90% του πληθυσμού τασσόταν κατά της κβαντικής θεωρίας ή της θεωρίας της σχετικότητας; Η ύπουλη θεώρηση της ιστορίας ως μακράς χείρας του πολιτικού φαινομένου κάνει και πάλι την εμφάνισή της. Το αν κάποιοι την προωθούν για ίδια οφέλη και για κολακεία προς το κοινό είναι κάτι που πρέπει να τίθεται στην κρίση όλων.

Έτερο εξαίσιο επιχείρημα που ακούστηκε από ορισμένους «εθνικά υπερευαίσθητους»- προφανώς οι υπόλοιποι εμφανίζουμε μειωμένα εθνικά ανακλαστικά- είναι ότι θεμιτές μεν οι απόψεις της επιστήμονος Θ. Δραγώνα, αλλά απαράδεκτες για δημόσια λειτουργό! Είναι, δηλαδή, διαφορετικό να λαμβάνει θέση σε ένα Υπουργείο από το να τις εκφράζει σε πανεπιστημιακά αμφιθέατρα; Ή μήπως νομίζουν ορισμένοι ότι ένας πανεπιστημιακός δάσκαλος επηρεάζει κατ' ανάγκην λιγότερο από έναν κρατικό υπάλληλο; Κι επειδή μ' αυτή τη σκέψη ίσως κατευθύνω τα μυαλά ορισμένων στο να αρχίσουν να καταφέρονται συστηματικά κατά καθηγητών της τριτοβάθμιας για τις θέσεις τους, προσθέτω τούτο. Η Θάλεια Δραγώνα μεταξύ άλλων επελέγη για το πλούσιο παιδαγωγικό της έργο, όπως επελέγη και γι' αυτές ακριβώς τις απόψεις της-δεν τοποθετήθηκε Γενική Γραμματέας του Υπουργείου Παιδείας παρά τις θέσεις τις αλλά χάριν και σε αυτές.

Κάποιος εύλογα θα αντιτάξει πως κόμματα και διάφορες ομάδες έχουν τόσο δικαίωμα όσο και ρόλο από τη φύση τους να ασκούν πιέσεις προς συγκεκριμένες κατευθύνσεις, τις οποίες τα ίδια αξιολογούν ως πρωταρχικής σημασίας για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους. Είναι, όμως, εξίσου δικαίωμα, και πολύ περισσότερο υποχρέωση κάθε δημοκρατικής πολιτείας που σέβεται τη φυσιογνωμία της ως τέτοιας να προασπίζεται όχι μόνο τις επιλογές της απέναντι σε τέτοιου είδους επιθέσεις, αλλά και το δικαίωμα κάθε ακαδημαϊκού να εκφράζεται ελεύθερα και χωρίς να επικρέμαται της κεφαλής του η λαιμητόμος της λογοκρισίας, με όποια μέσα κι αν αυτή επιβάλλεται τελικώς. Στην ερώτηση, συνεπώς, αν το ΛΑΟΣ είχε δικαίωμα να πραγματοποιήσει μια τέτοια διαδήλωση η απάντηση είναι ξεκάθαρα καταφατική. Και η ενέργειά του διαυγώς καταδικαστέα από σύσσωμη τη δημοκρατική πολιτεία και θέλω να πιστεύω από τους πνευματικούς ταγούς του τόπου για λόγους διασφάλισης της ακαδημαϊκής ελευθερίας. Ένα κόμμα μπορεί να ζητάει την απόλυση μιας κρατικής λειτουργού για τα πιστεύω της. Το ίδιο κόμμα ίσως θα ήθελε μάλιστα αυτά τα πιστεύω να επισύρουν και ποινικές κυρώσεις. Εφόσον κατά την πολιτική του αξιολόγηση αυτά συνιστούν λόγο αποπομπής από το δημόσιο μηχανισμό, γιατί όχι και έγκλημα άξιο ποινικού κολασμού; Κι αν σήμερα είναι αυτές οι απόψεις, αύριο θα μπορούσαν να είναι κάποιες άλλες, μεθαύριο κάποιες άλλες και ούτω καθεξής, στενεύοντας έτσι υπέρμετρα το πεδίο της ελεύθερης κατά τα λοιπά έκφρασής μας. Σε όλα αυτά έχουμε υποχρέωση να πούμε όχι. Και πριν από εμάς η συντεταγμένη πολιτεία και οι αρμόδιοι φορείς.

Αντιγράφω, και πάλι από το site της διαδήλωσης, το κεντρικό της σύνθημα, «ΕΞΩ ΟΙ ΑΝΘΕΛΛΗΝΕΣ
ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΙ ΟΧΙ ΠΟΛΥΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ». Ο Νίκος Δήμου είχε γράψει πριν από αρκετά χρόνια πως ένιωθε την μομφή του «ανθέλληνα» ως τιμητικό τίτλο για τις δυσάρεστες αλήθειες που έχει κατά καιρούς πει αντί να κολακεύει και να λαϊκίζει, όπως τόσοι και τόσοι, και ο οποίος κατά τελειωτική εκτίμηση ωφελεί την πατρίδα του περισσότερο από έναν ενθουσιώδη υπέρμαχο. Ακλόνητή μου πεποίθηση είναι πως έτσι ακριβώς θα πρέπει να νιώθει τούτες τις μέρες και η Θάλεια Δραγώνα. Δεν υπάρχει μεγαλύτερο παράσημο για έναν άνθρωπο που έχει αφιερώσει ολόκληρη τη ζωή του στην εκπαίδευση και το έργο του διαπνέεται από έναν βαθύτατο ανθρωπισμό από το να εγκαλείται από τους εχθρούς του ότι προώθησε την πολυπολιτισμική παιδεία. Λες και ο χαρακτηρισμός πολυπολιτισμικός αποτελεί ψόγο και όχι έπαινο τιμής. Λες και η αρχαιοελληνική φιλοσοφία ήταν απλώς μια αιματολογική συγγένεια και όχι ένα σύνολο πανανθρώπινων αξιών και η αξιοποίηση δημιουργικών ερεθισμάτων ανεξαρτήτως προέλευσης. Λες και πρέπει να υμνηθεί μιας ναζιστικής υφής εθνολογική καθαρότητα και όχι η αξιέπαινη αλληλεπίδραση στοιχείων από διαφορετικές πολιτισμικές οντότητες. Λες και η συμβολή στην εκπαίδευση των μουσουλμανοπαίδων συνιστά λόγο κατηγορίας και όχι έμπρακτο εναγκαλισμό μιας οικουμενικής αντίληψης για την παιδεία του αύριο. Το ίδιο λασπολογικές, άλλωστε, είναι και οι συκοφαντίες όσον αφορά τις σπουδές της κ. Δραγώνα. Καθότι, βεβαίως, κανείς από όσους την κατηγορούν δεν αναφέρει ότι όταν σπούδαζε ψυχολογία στο Deree δεν υπήρχε σχολή με αντίστοιχο γνωστικό αντικείμενο στην Ελλάδα ούτε εξηγεί πόσο ανεπαρκές ήταν εν τέλει το πρώτο της πτυχίο, ώστε να την οδηγήσει σε μεταπτυχιακές σπουδές σε βρετανικά πανεπιστήμια και στην εκπόνηση διδακτορικής διατριβής. Για τόσο ανεπαρκείς σπουδές μιλούμε.

Ωστόσο, όσο έωλα φαντάζουν τα παραπάνω επιχειρήματα που επικαλούνται οι «εθνικώς ανησυχούντες», εξίσου προβληματικός μοιάζει συχνά και ο τρόπος που τους αντιμετωπίζουμε. Κι αυτό διότι οι οπαδοί της πλήρους ελευθεροστομίας υποπίπτουν, κατά κύριο λόγο, σε ένα θεμελιώδες σφάλμα. Τοποθετούν μια ταμπέλα στους πολέμιούς τους, βαφτίζοντας τους μεν «ακροδεξιούς» και «χουντικούς», τους δε «φασίστες της ελεύθερης άποψης, που καπηλεύονται αριστερά ιδεώδη» και έκτοτε θεωρούν το θέμα λήξαν. Η επιλογή αυτή αποτελεί μέγιστο ολίσθημα, καθότι υποκρύπτει ένα αίσθημα διαλογικής και νοητικής ανωτερότητας, η οποία μετά την τοποθέτηση της ταμπέλας θεωρείται ότι δεν χρήζει περαιτέρω ανάλυσης. Τούτο όμως δεν μπορεί παρά να ταυτίζεται με το ολέθριο λάθος εκείνων που, επειδή εξ ορισμού θεωρούν κάποιους «ανθέλληνες» ή «αντικομμουνιστές», αυτοδικαίως κρίνουν ότι δικαιολογούνται απολύτως στο να τους θέτουν στο στόχαστρό τους. Η λύση δεν μπορεί να είναι άλλη από τη συνεπή και πειστική αποδόμηση της επιχειρηματολογίας τους και την αποκάλυψη των λογικών τους αντιφάσεων και ανακολουθιών. Δεν θα πρέπει οι μεν να θεωρούν εαυτούς ανώτερους και εξ αυτού του λόγου να αρνούνται τη συμμετοχή τους στο διάλογο. Τουλάχιστον όχι προτού φανερώσουν κατά τρόπο άμεσο και επιστημονικό τη σαθρότητα των ιδεοληπτικών κατασκευασμάτων της αντίπαλης πλευράς. Η απόδοση τίτλων δίκην πυροτεχνήματος ως βασικό νόσημα του δημόσιου διαλόγου μας πρέπει πλέον να ξεριζωθεί.

Μέρες τώρα προσπαθώ να πείσω τον εαυτό μου πως η επίθεση κατά της Θάλειας Δραγώνα αποτελεί ένα «μεμονωμένο περιστατικό». Όσο κι αν θα ήθελα να το πιστέψω, ειλικρινά η πραγματικότητα με διαψεύδει αμείλικτα. Δεν πρόκειται παρά για έναν ακόμη κρίκο στην αλυσίδα των πρόσφατων επιθέσεων κατά ανθρώπων που ασχολούνται συστηματικά με τη μελέτη και τη διδασκαλία της ιστορίας. Πριν από ένα χρόνο βουλευτής του ίδιου κόμματος που σήμερα ζητεί επιτακτικά την αποπομπή της κ. Δραγώνα, επεδίωξε να ελέγξει εκπαιδευτικό σε σχολείο της εκλογικής του περιφέρειας για τον τρόπο που προσέγγισε την ανάπτυξη του φασισμού στην Ευρώπη. Εσχάτως εφημερίδα-όργανο άλλου κοινοβουλευτικού κόμματος στοχοποίησε με καταγγελίες σε φύλλα της εκπαιδευτικούς, προφανώς για λόγους μη εναρμόνισης με την επίσημη ιστορική οπτική του κόμματος. Η μεγαλύτερη σε κυκλοφορία κυριακάτικη εφημερίδα κατηγόρησε καθηγητή Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου για τα ακαδημαϊκά του πιστεύω, θέτοντας απολογούμενο για το ζήτημα και τον τότε Υπουργό Παιδείας. Κι απέναντι σε όλα αυτά μάταια αναζητείται συγκροτημένη αντίδραση.

Καταλήγοντας, θα έλεγα ότι τα παραπάνω περιστατικά σε συνδυασμό με τις εντεινόμενες πρόσφατες επιθέσεις κατά πανεπιστημιακών, δημοσιογράφων και συγγραφέων από γκρουπούσκουλα ενός νεφελώδους πολιτικού χώρου δημιουργούν ένα ζοφερό σκηνικό όχι μόνο για το χώρο της εκπαίδευσης και της διανόησης εν γένει, αλλά και για το πραγματικό περιεχόμενο της έννοιας της ελευθερίας της γνώμης στη σύγχρονη Ελλάδα. Ανάμεσα στα άλλα, ο Δεκέμβρης μας κληροδότησε την απελευθέρωση δυνάμεων που μικρονοϊκά, ενίοτε και εμπρόθετα, οδηγούν με τη δράση τους σε έναν πραγματικό εκφασισμό της λειτουργίας της εκπαίδευσης. Κάποιες στιγμές αναρωτιέμαι μήπως πρέπει οι διάφοροι αυτοί κύκλοι να ομονοήσουν -πράγμα που έχουν ήδη κάνει στις πρακτικές τους- και να εκδώσουν από κοινού ένα νέο index verborum prohibitorum, ώστε να μάθουμε κι εμείς ποια είναι τα ρεαλιστικά όρια της έκφρασης στην Ελλάδα του 2009. Ως εκ τούτου, μικρή σημασία έχουν οι εκάστοτε φορείς της δράσης αυτής- περισσότερο απαιτείται η σύσσωμη και καθολική καταδίκη τους. Και σε αυτή την κατεύθυνση τα «ναι μεν αλλά.» δεν βοηθούν. Ειδάλλως παραγνωρίζουμε σε ποιες άκρως επικίνδυνες ιδέες έχουμε ήδη μισανοίξει την πόρτα μας...

Υγ. 1 Ευχαριστώ το Γιάννη Πήλιουρα για το δημιουργικό διάλογο που είχαμε προ ημερών και που, παρά τη ριζική επί της ουσίας διαφωνία μας, επέτρεψε σε εμένα, όπως και στον ίδιο, να ξεδιπλώσω την επιχειρηματολογία μου, παρέχοντας μου, εξάλλου, και την αφορμή για το παρόν κείμενο.

Υγ. 2 Προσοχή! Δηλώνω κατηγορηματικά πως όλα τα άνωθεν γραφόμενα είναι παντελώς ψευδή και αναξιόπιστα. Δρω ως μίσθαρνο όργανο του Ιδρύματος Σόρος, του Henry Kissinger και λοιπών διάσημων ανθελλήνων, οι οποίοι και μου ζήτησαν, έναντι προφανώς αδράς αμοιβής, τη διατύπωση των παραπάνω ιστορικών ανακριβειών. Ζητώ ταπεινά συγγνώμη για την αισχρή εθνική μειοδοσία, αλλά γιορτές έχουμε, οι ανάγκες πίεζαν. Ποντάρω στην ειλικρινή κατανόησή σας.

Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2009

«Πράγματα ανιαρά…»

Η έννοια του συμβιβασμού έχει πάντα ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Πως συμβιβάζεται κανείς, πώς προδίδει αυτά που κάποτε ορκίστηκε να υπηρετεί, πως γίνεται πιο ελαστικός, πως αναδιατάσσει τρόπον τινά τις αρχές του; Δυστυχώς για την αντιμετώπισή του ο συμβιβασμός δεν αποτελεί ένα στατικό μέγεθος. Ακόμα περισσότερο δεν ανταποκρίνεται στο καβαφικό gran rifiuto, οσοδήποτε ρομαντικό κι αν αυτό φαντάζει, ούτε είναι ζήτημα που επιδέχεται μονολεκτική απάντηση, καταφατική ή αρνητική. Ο συμβιβασμός αποτελεί μια διαρκώς παρούσα πρόκληση και μια αέναη διελκυστίνδα ανάμεσα στα παρορμήσεις και τις ηθικές επιταγές καθενός. Νομίζω ότι πρόκειται για το πιο δυσεξήγητο φαινόμενο στα πράγματι δύσβατα μονοπάτια της πολιτικής. Πώς ο τάδε ή ο δείνα, φτασμένοι καθηγητές, δημοσιογράφοι, τεχνοκράτες, επιχειρηματίες, άνθρωποι αξιόλογοι και αμέμπτου ηθικής οδηγούνται στο σημείο να συναινούν σε κινήσεις που αντίκεινται εξόφθαλμα στις αρχές τους και δευτερευόντως στις ικανότητές τους. Πώς ο Γιώργος Αλογοσκούφης έφερε την ελληνική οικονομία στα πρόθυρα της κατάρρευσης, πώς ο Προκόπης Παυλόπουλος άφησε την Αθήνα για ένα μήνα πολιορκημένη πόλη, πως ο Θεόδωρος Πάγκαλος διατελούσε υπουργός εξωτερικών τις ταπεινωτικές νύχτες για την Ελλάδα νύχτες των Ιμίων και της σύλληψης του Αμπντουλάχ Οτσαλάν, πως ο Ευάγγελος Βενιζέλος ήταν ο άνθρωπος που φρόντισε να παραγραφούν μερικά εκατομμύρια χρέη ομάδων της εκλογικής του περιφέρειας, πως ο Μιχάλης Σταθόπουλος χειρίστηκε τόσο αδέξια ένα θέμα πολιτικά αυτονόητο, όπως αυτό των ταυτοτήτων, πως ο Γεράσιμος Αρσένης και η Μαριέττα Γιαννάκου παρακολούθησαν τη διάθεσή τους να φέρουν μεγάλες τομές στο χώρο της εκπαίδευσης να γίνεται σκωπτικά σύνθημα στα στόματα μαθητών και φοιτητών, πως ο Τάσος Γιαννίτσης, άρτι αφιχθείς από την τριτοβάθμια εκπαίδευση, είδε το ασφαλιστικό του νομοσχέδιο να γίνεται κουρελόχαρτο; Ο Μανώλης Αναγνωστάκης γράφει «Όχι βέβαια πως ο Μάκης θα ‘σωζε τότε το ρωμέικο Εδώ δεν το σωσε ο… η ο …μη λέμε τώρα ονόματα,…». Και τα ονόματα είναι όντως πολλά, σελίδες ολόκληρες για την ακρίβεια.
Έτσι λοιπόν οδηγούμαστε προς τις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου, τις «κρισιμότερες της Μεταπολίτευσης», όπως και όλες οι προηγούμενες άλλωστε πριν απ’ αυτές… Δεν έζησα την επάνοδο στη δημοκρατική ομαλότητα το 1974, την ανανέωση της εντολής στον Καραμανλή το 1977 στο δρόμο προς την ΕΟΚ, το ρεύμα της Αλλαγής, πραγματική ρήξη με το παρελθόν, το 1981, την πολωτική σύγκρουση των παλαιών γνώριμων Ανδρέα Παπανδρέου και Κωνσταντίνου Μητσοτάκη το 1985. Ήμουν βρέφος για να θυμάμαι την τριπλή αναμέτρηση 1989-1990, στη δίνη του σκανδάλου Κοσκωτά και πολύ μικρός για να ανακαλέσω το θρίαμβο του αναβαπτισμένου μέσα από τη δικαστική και κυρίως την εκλογική διαδικασία Ανδρέα το 1993 και την αναμέτρηση του τεχνοκράτη Κώστα Σημίτη με τον «μπουλντόζα» πρώην δήμαρχο Αθηναίων, Μιλτιάδη Έβερτ. Οι πρώτες εκλογές των οποίων έχω συνείδηση και μνήμη είναι αυτές του 2000, με τον ελληνικό λαό να νεύει καταφατικά και συνάμα διστακτικά προς τον «αβέβαιο» εκσυγχρονισμό. Το 2004 το ρεύμα νίκης της ΝΔ θύμιζε μέρες του ’81, συνοδευόμενο από μια απροσδιόριστη αίσθηση ευφορίας, που διαψεύστηκε αρκετά πριν τις αμήχανες εκλογές του 2007, πριν προλάβουν να τις σκιάσουν ακόμη οι 60 νεκροί των πυρκαγιών του Αυγούστου…
Σίγουρα η πείρα μου είναι μικρή, ωστόσο κοινά χαρακτηριστικά των εκλογών αυτών μπορούν να συναχθούν, έστω και ομαδόν. Εκλογές-ορόσημα, πολωτικές, καθοριστικές, σύγκρουση του παλιού με το νέο, εκσυγχρονισμός versus λαϊκισμός, εκλογικές αναμετρήσεις εν πάση περιπτώσει με κάποιο περιεχόμενο. Ειλικρινά όμως μου είναι αδύνατον να κατανοήσω τη σημασία και το περιεχόμενο αυτών των εκλογών, το «διακύβευμα» επί το δημοσιογραφικότερον… Όπως είναι κι άλλα πράγματα που αδυνατώ να καταλάβω, όπως με ποια αξιοπρέπεια ο Κώστας Καραμανλής ζητάει την ψήφο του ελληνικού λαού με τις ίδιες ακριβώς διακηρύξεις που τον έφεραν το 2004 στην εξουσία, για να συγκροτήσει στη συνέχεια την κατά γενική ομολογία και κατά προσωπική εκτίμηση χειρότερη κυβέρνηση της μεταπολίτευσης; Με ποιο πρόσωπο ζητάει λαϊκή εντολή για μεταρρυθμίσεις, όταν υπήρξε με θαυμαστή συνέπεια ο εν Ελλάδι πολιτικός εισηγητής της αρχής του wu wei, του μη πράττειν, όπως τη διακήρυξε ο Λάο Τσε, καθιστώντας παράλληλα το προεκλογικό «σεμνά και ταπεινά» το πιο σύντομο ανέκδοτο στα καφενεία της περιφέρειας; Αδυνατώ να καταλάβω τι μήνυμα προσπαθεί να δώσει ο Γιώργος Παπανδρέου ωθώντας τον Κώστα Σημίτη εκτός ψηφοδελτίων, εξαντλώντας την ανανέωση του ανθρώπινου δυναμικού του κόμματος του στους Ραγκούση και Παπακωνσταντίνου, αποχωρώντας από τη συνταγματική αναθεώρηση κάτω από το διαφαινόμενο βάρος του πολιτικού κόστους, απαξιώνοντας συγκεκριμένα στελέχη και ταυτόχρονα αρνούμενος να λάβει επί της ουσίας θέση για το κυβερνητικό παρελθόν του ΠΑΣΟΚ, φοβούμενος ίσως την συνυφασμένη με αυτό εικοσαετή υπουργική του θητεία σε επίζηλα χαρτοφυλάκια. Δυσκολεύομαι να αντιληφθώ την έλλειψη ανησυχίας του ΚΚΕ, όταν φτάνει να αποσπά περισσότερα εγκώμια από στελέχη μιας δεξιάς κυβέρνησης παρά από συγγενείς του πολιτικούς σχηματισμούς και να απευθύνεται ολοένα και περισσότερο στο ίδιο παρωπιδικό εκλογικό σώμα με το ΛΑΟΣ. Αρνούμαι να πιστέψω ότι η συμπεριφορά του Αλέκου Αλαβάνου, μια κατά τα άλλα συνεπέστατη πορεία δημαγωγίας και λαϊκισμού, προσιδιάζει σε μέχρι πρότινος αρχηγό κοινοβουλευτικού κόμματος και όχι σε 10χρονο που κάνει μούτρα επειδή του πήραν το παιχνίδι του. Οι εποχές της παραίτησής του, μιας κίνησης έξω απ’ τα ειωθότα του δημόσιου βίου μας, που απογείωναν την ανοιχτή όσο και τυχοδιωκτικής σύστασης συλλογικότητα του ΣΥΡΙΖΑ μοιάζουν να έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί και οι πρόσφατες δηλώσεις Κοροβέση υπογραμμίζουν τη μέγιστη πολιτική αμηχανία που βιώνουν ορισμένοι γυρολόγοι του εξωκοινοβουλευτικού χώρου όταν καλούνται να εισέλθουν σε ένα ορισμένο πλαίσιο διαβούλευσης και να μην διαδηλώνουν μονάχα κραδαίνοντας ντουντούκες. Για το ΛΑΟΣ η απορία μου δεν αφορά τόσο το ίδιο το κόμμα όσο τους ψηφοφόρους του, το ποιοι δηλαδή ψηφίζουν ένα κόμμα που από τη μια συνδυάζει τη φλογερά εθνικοπατριωτικά κηρύγματα του Αδώνιδος Γεωργιάδη και τις μισαλλόδοξες κορώνες του Θανάση Πλεύρη με τις επίσης …φλογερές κοινοβουλευτικές αγορεύσεις του Βαΐτση Αποστολάτου και τις εικαστικές παρεμβάσεις του Ηλία Ψινάκη, έστω κι αν τελικά η υποψηφιότητα του τελευταίου δεν ευδοκίμησε. Δεν είναι ότι ο Γιώργος Καρατζαφέρης δεν πείθει για την πρόθεση του να ανοιχτεί πράγματι σε ετερογενή κομμάτια του εκλογικού φάσματος, για τη σοβαρότητά του είναι που δεν πείθει.
Να ‘μαστε πάλι λοιπόν μπροστά στο αδιέξοδο, με το φάντασμα του νομοτελειακού συμβιβασμού να πλανάται πάνω από κάθε επόμενη προσπάθεια διακυβέρνησης. Δεν πρόκειται για ζήτημα καχυποψίας, ούτε για ανακλαστική αναπαραγωγή μηδενιστικών και καφενειακών αντιλήψεων του τύπου «όλοι είναι διεφθαρμένοι, όλοι τα παίρνουν». Η σύγχρονη ελληνική κοινωνία του καθολικού συστήματος της συναλλαγής, των πελατειακών σχέσεων, των αμοιβαίων εκδουλεύσεων, του ρουσφετιού, του μπαχτσισιού, με ρίζες σαφώς εντοπιζόμενες στην τουρκοκρατία, που εν τούτοις επιβίωσαν των δύσκολων γι’ αυτές περιόδων του Καποδίστρια και του Τρικούπη, εφευρίσκοντας μάλιστα τρόπους να εξασφαλίσουν τη φαύλη διαιώνισή τους, αποτελούν ζωντανή πραγματικότητα και ταυτόχρονα τη γάγγραινα του πολιτικού μας συστήματος. Η ιστορική αναδρομή, καίτοι ανεπαρκής από μόνη της, είναι απαραίτητη για να νοηθεί και να αναλυθεί το φαινόμενο σε όλες του τις εκφάνσεις. Κι όσο κι αν κάποιος δικαιούται να αντιτάξει την ικανότητα ως σκέλους συναποτελούντος την έννοια της διακυβέρνησης μαζί με τη διαφθορά ή την εντιμότητα και την πολιτική ευθύτητα, όπου οι τελευταίες κάνουν δειλά την εμφάνισή τους, το ζήτημα παραμένει. Η θέση του διλήμματος άλλωστε «ή βλάκες είναι ή ηλίθιοι» παραγνωρίζει εμφανώς ότι οι δύο χαρακτηρισμοί δεν είναι ούτε κατ’ ελάχιστον αλληλοαποκλειόμενοι.
Κάπως έτσι όχι μόνο η μεταπολιτευτική δυναμική, αλλά και το ίδιο το πολιτικό δυναμικό φυλλορροούν επικίνδυνα. Ο Αλέκος Παπαδόπουλος, ο Χρήστος Βερελής, ο Στέφανος Μάνος(ξανά), ο Γιάννης Δραγασάκης, ο Κώστας Σημίτης, η Άννα Μπενάκη, οι εκλιπόντες Γιώργος Παπαδημητρίου και Μιχάλης Παπαγιαννάκης και παραλίγο σύσσωμη η ανανεωτική πτέρυγα του ΣΥΝ θα απουσιάζουν από την επόμενη Βουλή. Θα τους αντικαταστήσουν όμως επάξια η Βάνα Μπάρμα, ο Γιώργος Ανατολάκης, η Άννα Νταλάρα, η Δάφνη Μπόκοτα και δίπλα σ’ αυτά τα ιερά τέρατα ίσως προσπαθήσουν κι ο Νίκος Αλιβιζάτος, ο Δημήτρης Παπαδημούλης κι ο Λουκάς Παπαδήμος. Αλλά είναι λίγοι-οι πρώτοι εννοώ φυσικά…
Οι επιτυχημένοι επιστήμονες και επιχειρηματίες του κοινωνικού βίου, κατά κανόνα άνθρωποι αυτοδημιούργητοι, καταπιάνονται ολοένα και λιγότερο με την πολιτική, πολύ δε περισσότερο την αποστρέφονται ως ενεργή δραστηριότητα, τρομοκρατούμενοι μόνο και στη σκέψη ότι θα μπορούσαν να είναι υποψήφιοι, σ’ ένα signum temporis που σίγουρα δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο. Δεν είναι τόσο το εργασιακό ασυμβίβαστο, που ειρήσθω εν παρόδω αίρεται από την επόμενη Βουλή, όσο το ασυμβίβαστο ανάμεσα στην τέλμα που δημιουργούν οι ίδιοι οι όροι άσκησης της πολιτικής απ’ τη μια και η απεγνωσμένη διάθεση για προσφορά και για παραγωγή αποτελεσμάτων απ’ την άλλη. Ευτυχώς υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που μας κάνουν να νιώθουμε περήφανοι για τη σύνθεση του Κοινοβουλίου, όπως ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο Ανδρέας Λοβέρδος, η Άννα Διαμαντοπούλου, ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ο Φώτης Κουβέλης, ο Μάκης Βορίδης. Παραμένουν ωστόσο λίγοι να φυλούν Θερμοπύλες σε οχυρά προ πολλού αλωμένα.
Όποια κυβερνητική πλειοψηφία κι αν προκύψει από τις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου φοβάμαι πως πολύ δύσκολα θα έχει την πόρρω απέχουσα απ’ τα επίπεδα της κοινοβουλευτικής αυτοδυναμίας κοινωνική πλειοψηφία. Μια πλειοψηφία όχι απαραίτητα-όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται αυτό- αριθμητική αλλά ποιοτική. Μια σύμπραξη όσων υγιών κοινωνικών δυνάμεων επιθυμούν πλέον να απαγκιστρωθούν από την προστατευτική και συνάμα περιοριστική σκελέα της μεταπολίτευσης και να προχωρήσουν στις απαιτούμενες τομές. Πρέπει να μπει τέλος στα νοσηρά φαινόμενα που η τελευταία εξέθρεψε συστηματικά οδηγώντας μας στο σημερινό αδιέξοδο. Με γνώμονα τη θετική της κληρονομιά, και δεν είναι μικρή, ενδεικτικά αναφέρω τον υγιή εκδημοκρατισμό, την ένταξή μας στην ΕΕ και μετέπειτα στην ΟΝΕ, τη σύσταση του ΕΣΥ, την πολιτική της εθνικής συμφιλίωσης, την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, πρωτίστως σε επίπεδο κοινωνικών ερεισμάτων και δευτερευόντως επιχειρησιακά, τη δημιουργία των ανεξάρτητων αρχών σε μια ευρύτερη λογική αποκέντρωσης της κρατικής εξουσίας, όλες νότες μιας συνεπούς πορείας μετατροπής της Ελλάδας σε μια σύγχρονη αστική δημοκρατία. Απουσιάζει ακόμα ο επιθετικός προσδιορισμός «ορθολογιστική». Τον αναζητούμε εναγωνίως.
Ακόμα όμως κι αν μέσα απ’ τις κατάλληλες διεργασίες η ιδέα αυτής της ανάγκης για ρήξη με το παρελθόν καταστεί ηγεμονεύουσα μέσα στην κοινωνία, υπακούοντας στο δόγμα του Γκράμσι περί ανάγκης επικράτησης των ιδεών σε πρώτο επίπεδο και κατόπιν των φορέων που τις εκφράζουν, υπάρχει μια ακόμα κρίσιμη προϋπόθεση προκειμένου το ρεύμα αυτό της αλλαγής να αποδώσει μακροχρόνια αποτελέσματα. Κι αυτή δεν είναι άλλη από την εγκαθίδρυση δομών, κυρίως νομικής υφής, που θα καθιστούν αδύνατη την επάνοδο στο παλαιό καθεστώς. Δομών τέτοιων που θα προπαγανδίζουν και θα διαχέουν τις έννοιες της αξιοκρατίας, της κοινωνικής ισότητας και της συνακόλουθης ανέλιξης σε όλα τα επίπεδα του δημόσιου βίου. Διότι ο Λάμπρος Κωνσταντάρας, ήδη από το 1965 ως υπουργός Μαυρογιαλούρος, σ’ ένα κινηματογραφικό έργο που αποπνέει με το τέλος του, έστω μανιχαϊστικά και υπεραπλουστευτικά, τουλάχιστον όμως εύγλωττα, μια αίσθηση αριστοτελικής κάθαρσης απευθύνεται ιδεατά σε κάποιον «χριστιανό, που θα εξαφανίσει μαζί με το σάπιο και τα σκουλήκια». Κι όμως ο χριστιανός αυτός, έστω κι αν τα εθνοπατριωτικά του κίνητρα αμφισβητήθηκαν πολλάκις ως «άγγλου πράκτορα», είχε προλάβει να κάνει την εμφάνισή του στην ελληνική ιστορία 90 χρόνια νωρίτερα. Όμως κάθε μεταρρυθμιστική προσπάθεια του Χαρίλαου Τρικούπη προσέκρουε στο φανατικό συντηρητισμό ενός επίσης χριστιανού, του Θεόδωρου Δηλιγιάννη, που φρόντιζε με αξιοθαύμαστη επιμονή να καταργεί συλλήβδην όλα τα μέτρα που είχε λάβει ο Τρικούπης κατά τη διακυβέρνησή του την επαύριον της εκλογής του. Σας συγχαίρω μετά πολλής λύπης, όπως έγραφε προσφυώς επ’ ευκαιρία της εκλογής του στο Δηλιγιάννη, ο επιστήθιος φίλος του Τρικούπη Εμμανουήλ Ροΐδης. Συνεπώς το ζήτημα δεν είναι μόνο να βρεθεί ο αγνοών το πολιτικό κόστος Τρικούπης, αλλά και να αποτραπεί κατά το δυνατόν το ενδεχόμενο ανάδειξης ενός νέου Δηλιγιάννη και κυρίως δίχως τη δυνατότητα ανατροπής ενός κεκτημένου πλαισίου.
Αλλά έτσι κι αλλιώς, όπως γράφει και πάλι ο Αναγνωστάκης,
«Επιμένω να διηγούμαι και μάλιστα πολύ ωμά,
πράγματα που τα ξέρετε όλοι
Που τα ‘πα και τα ξανάπαν κι άλλοι πιο πριν πο-
λυ καλύτερα από μένα
Πράγματα ανιαρά, που δεν κινούν πια διόλου το
Ενδιαφέρον σας
Όπως η δολοφονία της Σάρον Τέιτ π.χ. η οι γάμοι
Της Τζάκυ ή το ψυγείο «Κελβινέιτορ».
Κι αν δεν ξέρετε ποια είναι η Σάρον Τέιτ ή το ψυγείο «Κελβινέιτορ» ανοίξτε το δελτίο του star. Θα τριγυρίζουν σίγουρα κάπου εκεί, σε κανένα ρετρό κιτς αφιέρωμα, δίπλα στη Τζούλια Αλεξανδράτου και τον εθνικό σταρ…

Αναδημοσίευση από www.parapolitiki.com (παραμένω παιδί του γλεντιού πάντως...)

Σάββατο 6 Ιουνίου 2009

Η εξαντλημένη δυναμική της μεταπολίτευσης

Το τέλος της μεταπολίτευσης έχει προαναγγελθεί από τους ειδικούς με αφορμή διάφορα κατά καιρούς γεγονότα τα τελευταία είκοσι χρόνια. Το 1989 με την υπόθεση Κοσκωτά,τον ιστορικό συνασπισμό Δεξιάς-Αριστεράς και τη συνακόλουθη "κάθαρση", το 1996 με την αποχώρηση του τελευταίου "δεινόσαυρου" της πολιτικής μας ζωής, Ανδρέα Παπανδρέου, το 2004 με την κατάληξη του εκσυγχρονιστικού εγχειρήματος του Κώστα Σημίτη και τους Ολυμπιακούς Αγώνες, το 2007 με τις καταστροφικές πυρκαγιές του Αυγούστου, εσχάτως και με τα γεγονότα του τελευταίου Δεκέμβρη, που δοκίμασαν τις αντοχές του πολιτικού οικοδομήματος. Όλες αυτές οι θεωρίες εμπεριέχουν ψίγματα αλήθειας, χωρίς καμία να είναι ολότελα σωστή. Γεγονός αδιαμφισβήτητο, ωστόσο, ότι κι αν ακόμα το τέλος της μεταπολίτευσης δεν έχει ακόμα συμβολικά επέλθει, το σύστημα που η τελευταία γέννησε εξαντλεί πια τα όριά του.
Δεν είναι χτεσινό το συμπέρασμα, ούτε λίγα τα στοιχεία που το στηρίζουν. Τα δύο μεγάλα κόμματα έχουν μεταβληθεί-με χαρακτηρίστικότερο παράδειγμα αυτό της παρούσας κυβέρνησης- σε διαχειριστές της εξουσίας. Δεν έχουν τη διάθεση, πιθανώς ούτε και τη δύναμη, να έρθουν σε ρήξεις και να εισαγάγουν τις μεταρρυθμίσεις που τόσο απεγνωσμένα έχει ανάγκη η χώρα, αλλά περιορίζονται σε μια κυκλική, με λίγα ρίσκα για τους ίδιους, μεταβίβαση της εξουσίας, αφήνοντας ουσιαστικά ανέγγιχτες τις πάγιες δομές που υπονομεύουν συστηματικά τις μελλοντικές πολιτικές παρακαταθήκες. Συμμορφώνονται όλο και περισσότερο προς αυτή τη διαχειριστική αντίληψη-μια βαθιά συντηρητική θέση-, η οποία σε βάθος χρόνου απειλεί τη βιωσιμότητα του πολιτικού μας συστήματος. Κανείς δεν παίρνει θέση για τα φλέγοντα ζητήματα, το ασφαλιστικό, τις νέες σχέσεις εργασίας, τα προβλήματα της εκπαίδευσης, τις κατευθυντήριες γραμμές της εξωτερικής πολιτικής, την καχεκτική λειτουργία της δικαισύνης, την πορεία της οικονομίας. Σε είκοσι χρόνια, όμως, τα ασφαλιστικά ταμεία δεν θα μπορούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, οι εργασιακές σχέσεις θα έχουν οδηγηθεί σε σημαντικη ελαστικοποίηση, η Τουρκία θα έχει μεταβληθεί σε περιφερειακή δύναμη κι εμείς θα συζητάμε ακόμα για το σκοπιανό, οι δικαστικοί λειτουργοί θα διορίζονται με τις κομματικές σημαιούλες ανά χείρας, θα κινδυνεύουμε από την επιβολή ενός νέου διεθνούς οικονομικού ελέγχου και θα κυνηγάμε τον προϊόντα φασισμό ακροδεξιάς και αριστερής υφής που θα κυκλοφορεί στα πανεπιστημιακά ιδρύματα, επιβάλλοντας κατά το δοκούν περιορισμούς στην ελευθερία έκφρασης.
Αύριο ψηφίζουμε για την Ευρώπη και ελάχιστοι έθεσαν ορισμένα βασικά ερωτήματα σχετικά με το τι σηματοδοτού οι εκλογές αυτές. Θέλουμε μια περαιτέρω ανάπτυξη της Ευρώπης σε έκταση,όπως συνέβαινε ως σήμερα με τις διαρκείς διευρύνσεις, ή σε βάθος, με περαιτέρω εμπέδωση των ευρωπαϊκών θεσμών και εκχώρηση αρμοδιοτήτων σε κεντρικά ευρωπαϊκά όργανα; Θέλουμε μια χαλαρότερη Ευρώπη, με συνεργασίες οικονομικής μόνο υφής ή παραμένουμε πιστοί στην ιδέα της ευρωπαϊκής ενοποίησης και πολιτικής ολοκλήρωσης; Είμαστε ευχαριστημένοι από τη συμμετοχή μας στην Ε.Ε. τόσα χρόνια και αν όχι γιατί, τι προσδωκούμε; Γνωρίζουμε ποιους ανθρώπους ψηφίζουμε αύριο και ακόμη ότι αυτοί μαζί με τους συναδέλφους τους θα κυρώσουν το 75% περίπου της ελληνικής νομοθετικής παραγωγής, όπως αυτή θα μεταφερθεί στην εληνική από την κοινοτική έννομη τάξη; Γνωρίζουμε τι σημαίνει η Συνθήκη της Λισαββώνας για το αυριανό οικοδόμημα της Ε.Ε. και με ποιον τρόπο διευρύνει ουσιαστικά τις αρμοδιότητες του σώματος που θα κληθούμε να αναδείξουμε αύριο με την ψήφο μας; Ακόμα και αυτό το θεμελιακό ερώτημα, θέλουμε να βρισκόμαστε εντός της Ε.Ε.;
Αλλά στη χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας αυτά τα ζητήματα θεωρούνται επουσιώδη.Οι πολιτικοί, οι δημοσιογράφοι, ακόμα και οι δικαστικοί φρόντισαν ώστε άυριο να πάμε στις κάλπες έχοντας στο νου μας όχι τα διακυβεύματα του ευρωπαϊκού αύριο, αλλά ούτε καν έστω κεντρικά θέματα της εθνικής μας πολιτικής. Όχι, αυτό θα ήταν απαράδεκτο και δεν θα συνήδε με τον κωμικό πολιτικό μας διάλογο(ποιον;).Αύριο θα πάμε να ψηφίσουμε έχοντας στο μυαλό μας τη διαφυγή του κατηγορούμενου Καραβέλα για το σκάνδαλο της Siemens, ένα ακόμα στον αστερισμό που έχει εγκαινιάσει η διακυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και που σταθερά καταδυναστεύουν την πολιτική μας ζωή. Και για αυτό δεν φταίνε μόνο οι παραπάνω, φταίμε κυρίως εμείς. Εμείς με την χαρακτηριστική αδιαφορία που δείχνουμε για ζητήματα κεντικής πολιτικής χάραξης, με τον εθισμό μας στη σκανδαλολογία, με τη λειψή δημοκρατική μας αντίληψη, με τον πολιτικό παχυδερμισμό που ολοένα και περισσότερο επιδεικνύουμε. Και αυτή είναι η τιμωρία που μας αξίζει, 6,5 εκατομμύρια πολίτες να ψηφίζουμε τους αντιπροσώπους μας στο ευρωκοινοβούλιο με βάση τη μοίρα ενός δωροδόκου κρατικών αξιωματούχων...
Δεν σπεύδω να απορρίψω αβίαστα με τον τρόπο αυτόν την πολιτική υποθήκη της μεταπολίτευσης. Μας έδωσε την πλήρη εμπέδωση της δημοκρατίας και 35 χρόνια ομαλού κοινοβουλευτικού βίου, για πρώτη μάλιστα φορά στην ιστορία μας, έναν σταθερό ευρωπαϊκό προσανατολισμό, απαλλαγμένο από τις εξαρτήσεις του παρελθόντος, την εθνική συμφιλίωση, έπειτα από 150 χρόνια εμφύλιων σπαραγμών, συνεπείς νότες μετατροπής μας σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος. Ωραία, αλλά ως εκεί. Το μεταπολιτευτικό πολιτικό σύστημα μας κληροδότησε τις παντός είδους κομματικές αγκυλώσεις, την ανεπάρκεια της δημόσιας διοίκησης και τη γραφειοκρατία, τη διόγκωση των ελλειμμάτων, την ισχυροποίηση μικροσυντεχνιών, οι οποίες-καίτοι μειοψηφούσες-λυμαίνονται συστηματικά τους χώρους στους οποίους ανδρώθηκαν(εκπαίδευση, συνδικάτα κ.α.). Μας κληροδότησε ακόμα ένα απαρχαιωμένο εκπαιδευτικό σύστημα, που χρειάζεται πλέον πλήρη αναμόρφωση, μια λειψή δικαιοσύνη που αυτοταπεινώνεται υπακούωντας σε κομματικά κελεύσματα, την έκλειψη κάθε έννοιας αξιολόγησης, άρα και επαίνου ή ψόγου, σε κάθε επίπεδο του δημοσίου βίου, και, εσχάτως, μια αντιαισθητική και συνάμα επικίνδυνη μετατόπιση του πολιτικού διαλόγου στο επίπεδο της σκανδαλολογίας και της ηθικολογίας.
Υπό αυτό το πρίσμα, το σύστημα αυτό έστω κι αν δεν έχει εξαντλήσει τα όρια ζωής του, έχει αναντίρρητα εξαντλήσει προ πολλού τη θετική δυναμική του. Είναι πλέον στο χέρι μας να του δείξουμε την πόρτα της εξόδου, ξεκινώντας από αύριο. Θεμελιώδες ζήτημα νομίζω πως αποτελεί πλέον η συγκρότηση μιας αυθύπαρκτης κεντρικής εξουσίας με δυνατότητα επιβολής και διάθεση για τομές. Κι επειδή προς το παρόν μοιάζει μακρινή η ανανέωση του πολιτικού προσωπικού κατά τρόπο ρηξικέλευθο και μαζικό, όπως συμβαίνει αυτές τις μέρες στη Μ.Βρετανία, ίσως δεν θα ήταν κακή λύση για ανανέωση η στροφή από τις μονοκομματικές στις κυβερνήσεις συνεργασίας. Αλλά παρασύρθηκα κι εγώ, αύριο έχουμε ευρωεκλογές...
ΥΓ. Για το ζήτημα της αποχής συμφωνώ απόλυτα με όσα εξέθεσε παρακάτω ο Λεωνίδας. Το μόνο που έχω να προσθέσω είναι αυτό που σημειώνει ο Π.Μανδραβέλης σε σημερινό του άρθρο, πως όλοι αυτοί που θα επιλέξουν να απόσχουν δεν θα έχουν από Δευτέρα κανένα δικαίωμα να γκρινιάζουν για όλα εκείνα που θα γίνουν γι’ αυτούς χωρίς αυτούς...

Παρασκευή 29 Μαΐου 2009

Να σπάσει το σπυρί...

Ζούμε σε μια χώρα με πράγματι διαίτερα βραχεία μνήμη. Στο αποψινό debate ο μόλις προχθές αποθανών Μιχάλη Παπαγιαννάκης μνημονεύθηκε μόλις μία φορά και μάλιστα συμπτωματικά. Πιθανότατα ελάχιστοι θα τον θυμούνται ύστερα από ένα τρίμηνο, ενώ ο Αλέκος Αλαβάνος έδειξε ήδη ότι θα προσπαθήσει να τον ξεχάσει σύντομα, ίσως όχι άδικα. Στην κατρακύλα της παιδικής ασθένειας του κομμουνισμού, του αριστερισμού, ο Μ. Παπαγιαννάκης δεν έσπευσε να παραδοθεί όπως οι λοιποί πενηντάρηδες όψιμοι επαναστάτες και οι επί της ουσίας απολιτικ φοιτητές της "γενιάς του άρθρου 16", που προφανώς οι φιλότιμες και συνάμα απεγνωσμένες προσπάθειές τους να διατηρήσουν ανέπαφο το υφιστάμενο status quo τους δίνουν επάξια μια θέση δίπλα στη γενιά του 1-1-4 και τη γενιά του πολυτεχνείου...
Όχι, ο Μ. Παπαγιαννάκης δεν ήταν ένας απ΄αυτούς. Πολύ περισσότερο δεν ήταν ένα παιδί του κομματικού σωλήνα που βρέθηκε να προασπίζει με πάθος τα δικαιώματα των εργαζομένων με εξασφαλισμένο το πολιτικό του μέλλον-ούτε καν επαγγελματίας πολιτικός δεν ήταν. Ξεκίνησε και πορεύτηκε αταλάντευτα στο δρόμο της ανανεωτικής αριστεράς καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του. Από την προδικτατορική ΕΔΑ στην αντιστασιακή Δημοκρατική Άμυνα κατά την περίοδο της Χούντας και από το ΚΚΕ εωτερικού και την ΕΑΡ στον ενιαίο συνασπισμό και εσχάτως Συριζα. Στο χώρο όπου φαινόταν να τον έχει τάξει η ίδια η μοίρα. Καθηγητής στο Paris II και επιστημονικός συνεργάτης του Παντείου, με σειρά μελετών σε διάφορα θέματα και συνεργάτης πολλών εντύπων της κεντροαριστεράς και όχι μόνο. Μόνο διαβατήριο για την πολιτική του καριέρα οι σπουδές και η συνέπεια του.
Διεκδίκησε δύο φορές την ηγεσία του Συνασπισμού, το 1993 και το 2004, ενώ ήταν κι ένας από τους πρώτους εισηγητές της οικολογικής προβληματικής στον ελληνικό πολιτικό βίο. Δραστηριοποιήθηκε ακόμα στο χώρο της παιδείας με την ίδρυση του προοδευτικού ομίλου προβληματισμού "ΑΡΣΗ", ο οποίος εκδήλωνε με έντονο τρόπο την αντίθεσή του σε κάθε είδους βανδαλισμούς σε πανεπιστημιακά ιδρύματα. Θα έπρεπε να γράψω ακόμα για τις τρεις θητείες του στην Ευρωβουλή και το βραβείο Ιπεκτσί με το οποίο τιμήθηκε για τη συμβολή του στην ελληνοτουρκική προσέγγιση, αλλά νομίζω ότι τα παραπάνω είναι αρκετά.
Είναι φορές που απαριθμούμε στοιχεία ενός βιογραφικού και τα προσπερνούμε ενώ επί της ουσίας αυτά σηματοδοτούν σταθμούς και έργο ζωής. Άλλοτε πάλι ακούμε επικήδειους γραμμένους κατά παραγγελία και με πληθώρα εγκωμίων για το νεκρό. Όμως στην περίπτωση του Μ. Παπαγιαννάκη όλα αυτά είναι πέρα για πέρα αληθινά. Κι εδώ ακριβώς πρέπει να εστιαστεί το ενδιαφέρον της προσφοράς του. Σε μια εποχή που η ανανεωτική αριστερά μοιάζει να συμπιέζεται ανάμεσα σε έναν διαρκή αρνητισμό, σε μια ανειλικρινή προσπάθεια κολακείας προσεταιρισμού της νεολαίας και σε μια παρωχημένη προσπάθεια επίδοσης διαπιστευτηρίων μιας ολοένα και πιο ανέυθυνης αριστεροφροσύνης ο Παπαγιαννάκης και κυρίως ο τρόπος ζωής του φαντάζουν με όαση. Απέναντι στο διαρκές κλείσιμο των πανεπιστημίων και τη σταθερή προσπάθεια αυτουπονόμευσής τους αντιπαρέταξε μια θετική πρόταση αναβάθμισης τους. Απέναντι σε ουτοπικές επαγγελίες κατώτατου μισθού 1.400 ευρώ μια στέρεη οικονομική ανάλυση. Απέναντι στο Συριζα που βαφτίζεται με τη-δημοσκοπική- ευκαιρία συνασπισμός της οικολογίας μια πρωτοπόρα για τα ελληνικά δεδομένα οικολογική σκέψη. Απέναντι στα βαυκαλιζόμενα "κινήματα" κάθε εξαμήνου την αντιδικτατορική του δράση. Κι απέναντι στις θλιβερά τυχοδιωκτικές επιλογές του χώρου του μια ανυποχώρητα συνεπή πολιτική στάση 40 ετών. Αλλά αυτά είναι προφανώς για τον κ. Αλαβάνο ψιλά γράμματα...
Σημειώνω από μία από τις τελευαίες του συνεντεύξεις στην Ελευθεροτυπία : "Πολλές από τις παρεμβάσεις του ΣΥΡΙΖΑ τον τελευταίο καιρό ήταν αριστερίστικες", ενώ για την Ε.Ε. τονίζει: "Πιστεύω ότι πρέπει να αναζητηθεί μια πορεία γρήγορη προς τα εμπρός. Εννοώ την πολιτική ενοποίηση, την κοινή πολιτική σε θέματα που αποδείχθηκε ότι είναι απολύτως απαραίτητη. Μια ενωμένη Ευρώπη με θεσμούς που θα αποφασίζουν γρήγορα, αποτελεσματικά παρεμβατικά.Θα 'λεγε κανείς πως η φωνή αυτή δεν μπορεί να προέρχεται από βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, παρά των δύο μεγάλων κομμάτων. Αυτό όμως δεν αφορά τόσο εμάς όσο τους γιάπηδες που κατάντησαν την ανανεωτική αριστερά εκφραστή περιθωριακών στοιχείων και ανταγωνιστών του ΚΚΕ σε κομματικό ξύλινο λόγο και πεπαλαιωμένη ρητορική. Και μετέτρεψαν την πλεόν προοδευτική συνιστώσα του πολιτικού σκηνικού σε προπύργιο συντηρητισμού και οπισθοδρόμησης-τόσο μέσων όσο και σκοπών- πίσω από το νεανίζον προσωπείο που έχει αρχίσει να υποχωρεί επικίδυνα.
Καθιστώντας, έτσι, τη θέση όσων απέμειναν ειλικρινείς, έντιμοι και ψύχραιμοι, όπως του Φ. Κουβέλη και του Δ. Παπαδημούλη, ως συνεχιστών της παράδοσης του Λ. Κύρκου ακόμα πιο δυσχερή για το μέλλον. Όταν το 1968 το ΚΚΕ είχε οδηγηθεί στη διάσπαση τα ηγετικά στελέχη του νεοπαγέντος ΚΚΕ εσωτερικού εσπευδαν να δηλώσουν περιχαρή πως "το σπυρί έσπασε", εννοώντας ότι το υγιές τμήμα του κόμματος είχε πλέον διαχωρίσει τη θέση του και μπορούσε πια να δρα αυτόνομα. Αν υπάρχει ακόμα υγιές τμήμα στο συνασπισμό θα ήταν καλό να ξαναέσπαγε το σπυρί. Όχι μόνο για να εκδηλώσει με μεγαλύτερη καθαρότητα τις θέσεις του, αλλά κυρίως για να εκδηλώσει την αντίθεσή του προς πρακτικές που μόνο με την ιστορία και τη συνέπεια του δεν συναδουν. Θα αποτελούσε αν μη τι άλλο και έναν ελάχιστο φόρο τιμής στη μνήμη του Μ. Παπαγιαννάκη και στην πολιτική του διαδρομή....

Κυριακή 3 Μαΐου 2009

Proponitiko bras de fer...



Ligi wra prin xekinisei o megalos telikos tis euroleague, as katathesoume merikes skepseis gia to mats. Anamenetai ena paixnidi taktikis kai kleistwn kinisewn-dyskola me liga logia tha xanadoume to show tis paraskevis. Gia na kerdisei o panathinaikos tin csska, to antikeimeniko favori tis anametrisis, tha prepei na emfanistei simantika kalyteros apo ton imiteliko tis paraskevis. Na paixei kalyteri perifereiaki amyna-eidika o smodis kai o siskauskas den sygxwroun oligwries-an oxi na kyriarxisei, toulaxiston na min xasei polla amyntika rebound kai na gyrisei poly tin bala, pragma pou den kanei ton teleutaio kairo. Mou fainetai logiko oti tha xtypisei sti raketa, logw tis enfanisis toso tou pekovic oso kai tou batiste ston imiteliko, xwris na eimai sigouros oti auti einai i endedeigmeni epilogi. Oi rwsoi tha paixoun to servo me double team kai pagides ki autos den fimizetai gia tin ikanotita tou na paizei xamila. Isws kalyteri epilogi tha itan na dokimasei na spasei tin bala stin perifereia kai na dokimasoun to xeri tous o fwtsis kai nikolas.


Ena akoma adynato simeio tis csska sto opoio tha prepei na xtypisei i elliniki omada einai o holden kai i kataxrisi tis eleftherias pou tou exei paraxwrithei apo to mesina stin opoia epididetai syxna. Piezwntas ton me spanouli kai diamantidi o pao tha borouse na petyxei merika klepsimata i na ton ypoxrewsei se viastikes epiloges-prokeitai gia klassiki periptwsi amerikanou shooter rythmou, se ena mats aek-olympiakou prin 7 xronia eixe 1/14 triponta!-. O panathinaikos tha xreiastei se auto to mats sigoura perissoteri voitheia apo ton arxigo tou, opws kai apo tous nikolas kai fwtsi. Einai anepitrepto gia auton ton panathinaiko me tin ypsili baksetiki eufyia kai tin plithwra epithetikwn kinisevwn(endeiktika, ta basimata tou spanouli, ta off-balance shoot tou saras, ta kresenta tou nikolas, ta karfwnata tou batiste, tis raverses tou pekovic, ta triponta apo ta 7 metra tou fwtsi kai ta se krisima simeia eustoxa shoot tou arxigou) na parousiazei epithetiki aflogistia opws auti pou parakolouthisame sto teleutaio dilepto tou ellinikou emfyliou.


Telos, pera ap' to autonoito zitima tou periorismou tou siskauskas, ena akomathema pou exei na lysei o obradovic einai o periorismos twn vasikwn forward tis csska, tou smodis kai tou kriapa, oi opoioi kinountai toso makria oso kai konta sto kalathi me tin idia eukolia. Nomizw allwste oti to pio endiaferon kommati tou mats tha einai i anametrisi twn mesina kai obradovic sti skakiera tis taktikis. Prokeitai anamfivola gia tous duo koryfaious eurwpaious proponites me makry metaxy tous istoriko kai parallili filia. O servos eixe kataferei na klepsei mesa ap' ta xeria tou italou ena ypersigouro eurwpaiko mesa stin edra tou, to 2002, se enan teliko pou eixe mesa bodiroga, koutlouai, alverti, ginobili, giaric kai sia. Twra o mesina twn tessarwn synexomenwn eurwpaikwn telikwn moiazei arketa pio wrimos. Se 2 wres peripou tha xeroume an auto einai arketo gia na prosthesei i arkouda to 7o eurwpaiko stin tropaiothiki tis i o panathinaikos to 5o asteri sti fanela tou...