Άναυδους άφησε πολλούς αρθρογράφους του Τύπου, σχολιαστές παραθύρων αλλά και πατέρες του Έθνους η προχθεσινή φράση του προέδρου του Eurogroup, Jean-Claude Juncker ''the game is over'' (το παιχνίδι έληξε) με την οποίαν ούτε λίγο ούτε πολύ οι Βρυξέλλες δηλώνουν την αγανάκτησή τους με τις αλεπάλληλες αναθεωρήσεις όχι μόνον του εφαρμοστέου προγράμματος και των μέτρων για την αντιμετώπιση του ελλείματος, αλλά και των ίδιων των στατιστικών στοιχείων που το απεικονίζουν (ακριβέστερα: που απεικονίζουν την -κατά την εκάστοτε πολιτική ηγεσία του αρμόδιου υπουργείου- απευθυντέα προς τις Βρυξέλλες εικόνα του ελλείματος, και η οποία πολύ αμφιβάλλω προσωπικά εάν υπήρξε ποτέ η πραγματική).
Για ποια καλή πίστη μπορούμε, ως ελληνική Πολιτεία, να κάνουμε λόγο στους εταίρους μας άραγε όταν παγίως αναθεωρούμε, προς τα πάνω ή προς τα κάτω, κάθε νούμερο σχετικό με οικονομικούς δείκτες; Τα στατιστικά μας στοιχεία -μάλλον κατά παγκόσμια πρωτοτυπία- είναι τα μόνα που αναλαμβάνουν ''πολιτικές ευθύνες'', με το περιεχόμενό τους να εξαρτάται από μια σειρά δημοκρατικές διαδικασίες, όπως οι εκλογές, οι ανασχηματισμοί, ενδεχομένως και τα περί αυτών σενάρια ή/και οι δημοσκοπήσεις.
Τόσον καιρό νομίζαμε ότι τα παχυλά κοινοτικά κονδύλια, οι οικονομικές εγγυήσεις της κοινής αγοράς κεφαλαίου, αγαθών και προσώπων καθώς και η ασφάλεια του κοινού νομίσματος ήταν άνευ όρων, κάπως σαν το γερμανικό μήνα που τρέφει τους ελληνικούς έντεκα (εκατομμύρια), ένα βαρέλι δίχως πάτο. Πολλές φορές βρεθήκαμε με την επιτήρηση ως φόβητρο για την αναποτελεσματικότητα του ελληνικού δημοσιονομικού μοντέλου, απλώς όμως στο πλαίσιο της μη τήρησης της αρχής pacta sunt servanda (οι συμφωνίες οφείλουν να τηρούνται) κι όχι με εκείνην της καλής πίστης.Η διαφορά είναι κρίσιμη: η επιχειρηματική πρακτική δείχνει πως μπορεί κανείς (η ΕΕ) να διαπραγματευτεί με έναν αντισυμβαλλόμενο ο οποίος δεν τήρησε απόλυτα τη συμφωνία του και φερ'ειπείν του παρέδωσε λιγότερα προϊόντα, υποσχόμενος ότι λίαν συντόμως (εν τοιαύτη περιπτώση: το λίαν συντόμως έχει κι εκείνο αναθεωρηθεί καμιά δεκαριά φορές) θα παραδώσει τα υπόλοιπα. Δε γνωρίζω κανέναν, όμως, που να συναλλάσσεται με κάποιον ο οποίος του παρουσιάζει -εν γνώσει του- ψευδή στοιχεία για την οικονομική του κατάσταση. Ποια τράπεζα, φερ'ειπείν, θα με δανειοδοτούσε (και μάλιστα ξανά)έναντι υποθήκης ενός ανύπαρκτου ακινήτου...
Κι όμως, αυτό έπραξε επί της ουσίας η ΕΕ κατ'εξακολούθησιν τα τελευταία χρόνια, και τούτο γιατί δεν υπάρχει τρόπος να διακόψει μονομερώς τη σύμβαση. Υπάρχουν, βεβαίως, ένα σωρό τρόποι να μας πιέσει να την τηρήσουμε, και κατά πάσα πιθανότητα θα τους βρούμε μπροστά μας. Τι άλλαξε; Ξύπνησαν οι κουτόφραγκοι;
Όχι, μάλλον εμείς κοιμόμαστε τον ύπνο του δικαίου. Εξ αρχής γνωρίζαμε -ή έστω οφείλαμε να γνωρίζουμε- τι είδους (ως προς τη στενά οικονομική αλλά και την κοινωνικοπολιτική φύση και δεσμευτικότητα) συμφωνίες υπογράφαμε, όπως γνωρίζαμε και τους μηχανισμούς πίεσης της ΕΕ έναντί μας. Ανεξαρτήτως αν στο εσωτερικό πολιτκό μας σκηνικό στήνουμε αδριάντες στον Φρήντμαν ή τοποθετούμε στο εικονοστάσι εικόνες του Μαρξ.
Απλώς είμαστε μάλλον ολιγαρκείς προεκλογικά. Όταν ο κ. Παπακωνσταντίνου μας έλεγε ''θα διαπραγματευτούμε στις Βρυξέλλες, εμείς ξέρουμε να διαπραγματευόμαστε'' (ενώ η ΝΔ όχι) μάλλον δεν είχαμε υπολογίσει τη σαφέστατη απάντηση του κ. Γιούνκερ ''the game is over''. Όταν ο ίδιος άνθρωπος (που ο φιλοκυβερνητικός Τύπος για τους δικούς του λόγους προστατεύει, αποδίδοντας ευθύνες για το ''τάξιμο'' σε συναδέλφους του υπουργούς) μας έλεγε ''χρήματα υπάρχουν, να μας πει η κυβέρνηση που πάνε τόσα χρήματα'' δεν είχαμε -παρά την πικρή μας πείρα στο άκουσμα της φράσης ''παραλάβαμε καμένη γη''- διανοηθεί το ενδεχόμενο να φουσκώσει (ας δεχτούμε βάσει της πραγματικής εικόνας της οικονομίας) το έλλειμα στο 12%.
Οι Βρυξέλλες, πάλι, δεν είναι καθόλου ολιγαρκείς. Θα μπορούσαμε να εκλέξουμε τον ΣΥΡΙΖΑ, που προτείνει επισήμως αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και τότε θα είχαμε μια -έστω αμφίβολης έκβασης- ευθεία αντιπαράθεση της εκλογικής ετυμηγορίας του ελληνικού λαού με την ευρωπαϊκή γραφειοκρατία (τους όρους λειτουργίας της οποίας βεβαίως και πάλι εκπρόσωποί μας συνδιαμόρφωσαν και ψήφισαν, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία). Θα μπορούσαμε να εκλέξουμε το ΚΚΕ, που εν ολίγοις ζητά να γράψουμε τους εταίρους μας στα παλαιότερα των υποδημάτων τους (διότι ελάχιστα υποδήματα παράγουμε πλέον) και να αναστήσουμε μόνοι μας τον Λένιν. Θα μπορούσαμε να εκλέξουμε τη ΝΔ, η οποία μετά από 5,5 χρόνια απάθειας θυμήθηκε πως υπάρχει η Ευρώπη και μας δεσμεύει, άρα ας εγκαταλείψουμε την ήπια προσαρμογή και ας βαδίσουμε το δρόμο της λιτότητας.Εκλέξαμε όμως όπως πάντα τον πιο δίγλωσσο: εκίνον που είναι και με τον χωροφύλαξ, και με τον αντιεξουσιαστή. Στη συγκεκριμένη περίπτωση το ΠΑ.ΣΟ.Κ. που αφ'ενός μας έλεγε πως η ΝΔ τα θαλάσσωσε στην οικονομία κι αφ'ετέρου υποσχόταν αυξήσεις, αναθέρμανση και πράσσειν άλογα (ή μήπως πράσινα;). Από τη μια πλευρά παρουσιάζει εαυτόν ως ένα ευρωπαϊκό κόμμα, με συνεπή υπακοή προς τις συλλογικές αποφάσεις των εταίρων μας και διεθνή αξιοπιστία, από την άλλη άφηνε κι ένα παραθυράκι ανοιχτό για ''διαπραγμάτευση'' και ''ελαστικοποίηση'' που θα πετύχουμε μάλλον επειδή ο Σωκράτης βάδισε στ'άγια μας τα χώματα και ως εκ τούτου είμαστε πιο μάγκες.
Στην Ελλάδα δε σπανίζουν οι εκλογικές αναμετρήσεις τις οποίες κερδίζει όποιος μοιάζει περισσότερο στον Ιανό των Λατίνων. Αυτή είναι και η απάντηση προς όσους έσπευσαν -πάλι- να κλείσουν τον κύκλο της Μεταπολίτευσης, γοητευμένοι από τα γυναικεία χαϊμαλιά και τα υβριδικά καθρεφτάκια της νέας κυβέρνησης. Όλα τριγύρω αλλάζουνε, κι όλα τα ίδια μένουν. Αλλιώς: νικημένο μου ξεφτέρι, δεν αλλάζουν οι καιροί, με φωτιά και με μαζαίρι πάντα ο κόσμος προχωρεί...
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου