Στις δεκαετίες του '60 και του '70 ελάχιστα ξένα ονόματα ήρθαν στη χώρα μας. Το 1957 μας επισκέφθηκαν οι Platters, ενώ το 1961 η Caterina Valente και ο Perez Prado με την ξακουστή ορχήστρα του. Επίσης την δεκαετία του 1960 κατέφτασαν στην Αθήνα - όχι όμως για συναυλίες, αλλά για εμφανίσεις σε νυχτερινά κέντρα - μερικά μεγάλα αστέρια από την Ιταλία και τη Γαλλία: Sergio Endrigo, Peppino Di Capri, Lucio Dalla, Rita Pavone, Johnny Hallyday, Gilbert Becaud κ.α, που αποτελούσαν ινδάλματα για τους νέους στην Ελλάδα τότε.
Η δεκαετία του ’60 τελείωνε με ένα σωρό συνταρακτικά γεγονότα. Τη χώρα μας, την ταλαιπωρούσε η πολιτική αναταραχή που κορυφώθηκε με την επιβολή της δικτατορίας τον Απρίλιο του 1967. Τέσσερις μέρες όμως πριν την επιβολή της χούντας, είχε συμβεί ένα πολύ σπουδαίο γεγονός. Οι Rolling Stones, είχαν παίξει στην Αθήνα σε μία ιστορική συναυλία, που διεκόπη στη μέση από τους αστυνομικούς.
Τελικά δεν ήταν πρωταπριλιάτικο ψέμα...
«Δεν είναι ούτε πρωταπριλιάτικο ψέμα ούτε διαφημιστικό κόλπο. Οι Ρόλινγκ Στόουνς έρχονται». Το τεύχος 77 των «Μοντέρνων Ρυθμών», του «δεκαπενθήμερου περιοδικού μοντέρνας μουσικής», κυκλοφορεί στις 22 Μαρτίου του σωτηρίου έτους 1967 για να επιβεβαιώσει την είδηση - βόμβα. Οι Πέτρες ετοιμάζονται να κυλήσουν ανάμεσά μας. Για να τραντάξουν συθέμελα το σεληνιακό τοπίο των συναυλιών εν Ελλάδι. Το αιφνίδιο τηλεγράφημα του Ντέιβιντ Απς, μάνατζερ του «πρώτου συγκροτήματος του κόσμου», αφικνείται στο γραφείο του Νίκου Μαστοράκη (στην Ερμού) μόλις οκτώ ημέρες νωρίτερα. Το γκρουπ των Τζάγκερ - Ρίτσαρντς εμφανίζεται αισίως διατεθειμένο να κλείσει την αυλαία της ευρωπαϊκής περιοδείας του (που θα ανοίξει στις 26 Μαρτίου στην Ολλανδία) με την Αθήνα. Στις 5.30 το απόγευμα της 14ης Μαρτίου ο Απς μουρμουρίζει από την άλλη άκρη του σύρματοs: «Nick, it's ΟΚ for the Stones».
«Eκείνο το οποίον χαρακτηρίζει την εποχήν μας είναι αναμφισβητήτως η προβολή, η ανάδυσις μιας νέας κοινωνικής ομάδος, η εμφάνισις μιας νέας τάξεως: της νεολαίας». Αυτά γράφει ο συντηρητικός Ελεύθερος Κόσμος στις 12 Απριλίου 1967, σε ένα κείμενο όπου μεταξύ άλλων αναλύεται και η παγκόσμια επιρροή του ροκ. Μέρες Απριλίου του 1967 και η Αθήνα περιμένει τους Ρόλινγκ Στόουνς. Εξού και οι αναλύσεις, ο συντηρητικός ηθοπανικός, αλλά και το εμπορεύσιμο εσάνς επαναστατικότητας. Το δελτίο Τύπου που προωθεί τη συναυλία εξηγεί: «Σ΄έναν κόσμο που συνέχεια κινείται και αλλάζει, οι Στόουνς προσπαθούν να προσαρμόσουν την μουσική τους, σύμφωνα με τις απαιτήσεις μιας επαναστατημένης νεολαίας».
Η συναυλία ορίζεται για τη 17η Απριλίου στο στάδιο του Παναθηναϊκού. Σύμφωνα με τη διαφήμιση που κυκλοφορεί τις ημέρες εκείνες, «το ρεσιτάλ είναι υπό την αιγίδα του δημάρχου Αθηναίων κ. Γεωργίου Πλυτά και οι εισπράξεις του θα διατεθούν για φιλανθρωπικό σκοπό». Τα εισιτήρια διόλου "νεανικά" για τα δεδομένα της εποχής: «Από 60 ως 120 δραχμές και λίγα καθίσματα των 500 δραχμών, ακριβώς μπροστά στην εξέδρα». Κι όμως κόπηκαν 17.680 εισιτήρια. Ανάμεσα στους εγχώριους καλλιτέχνες που καλούνται να διανθίσουν το κορυφαίο ροκ γεγονός είναι οι Γουί Φάιβ, οι Εμ Τζι Σι και οι Αϊντολς. Μαζί τους οποίο φόντο για τους Στόουνς, η Ζωή Κουρούκλη, ο Δάκης και η Μάρω Κοντού, "η γνωστή πρωταγωνίστρια που θα κάνει το ντεμπούτο της ως τραγουδίστρια ξένου ρεπερτορίου και παράλληλα θα παρουσιάσει το πρώτο μέρος του σόου".
Το γκρουπ τελικά ήρθε με έναν από τους «Κομήτες» της πάλαι ποτέ Ολυμπιακής. Κάτι μικροεπεισόδια στο αεροδρόμιο αλλά τίποτε το ανησυχητικό και καταλύουν στο "Hilton" όπου αναστατώνουν τους πάντες κυκλοφορώντας γυμνοί, φτύνοντας, σκουπίζοντας με τα σεντόνια τα παπούτσια τους, τρομοκρατώντας τις γηραιές κυρίες, καταστρέφουν τις σουίτες τους και με νωπά τα επισόδεια στην προ έξι ημερών συναυλία τους στην Βαρσοβία, είναι ήδη στο μάτι των αστυνομικών όπως και οι γιεγιέδες που τους επεφημούν.
Περιγράφει η Απογευματινή: «Οι γιεγιέδες της Αθήνας σε συναγερμό. Τα περισσότερα από τα ζωηρά αυτά δεκαεννιάχρονα παιδιά ήσαν ντυμένα ποικιλόχρωμα, φανταχτερά, με πλούσια μαλλιά, τζιν και φαβορίτες».
Λεωφόρος Αλεξάνδρας, ώρα 7.30 μ.μ. και από φανς?
Οσοι είχαν βρει τη λέξη ροκ στο λεξικό ήταν εκεί. Γύρω στις 10.000, σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες. Τα βατ εγγυάται η «Ελεκτρόνικα», «η μόνη εταιρεία στην Ελλάδα που μπορεί να εγγυηθεί ήχο σε στάδιο με ενθουσιασμένη νεολαία». Μόλις 4 ημέρες από την αποφράδα 21η Απριλίου. Οι συνταγματάρχες έχουν ήδη αρχίσει να ακονίζουν τα μαχαίρια τους. Μια ροκ συναυλία αποτελεί το ιδεώδες εξιλαστήριο θύμα. Οι αστυνομικές δυνάμεις, σε επιφυλακή, αναμένουν το πρώτο λάθος λίκνισμα του Τζάγκερ. Και εκείνος δεν θα τις απογοητεύσει.
Rolling Stones - You Can't Always Get What You Want
Εχουν ακουστεί οι πρώτες νότες του «Ruby Tuesday», οι Στόουνς βρίσκονται επί σκηνής μισή ώρα περίπου και ο Μικ δίνει εντολή σε κάποιον από την "ακολουθία" του να μοιράσει στον κόσμο τα κόκκινα γαρύφαλλα μιας τεράστιας ανθοδέσμης, (σήμα του διεθνούς κομμουνισμού)? με αποτέλεσμα την βίαιη επέμβαση των αστυνομικών δυνάμεων υπό των εντολών του τότε ανεκδιήγητου αστυνομικού διευθυντή Τσιλιχρήστου που στο άκουσμα του "Satisfaction" είπε το περίφημο " Δεν ακούτε τι λένε? ΘΑ ΜΑΣ ΣΦΑΞΟΥΝ !!! "...θεωρώντας παράλληλα ότι η κίνηση είχε πολιτικό μήνυμα και ταυτόχρονα διατάζει να κλείσουν τα φώτα «για να αναγκαστούν οι γιεγιέδες να αποχωρήσουν», κλείνοντας έτσι απότομα και άδοξα η πρώτη μεγάλη rock συναυλία στην Αθήνα!
Ούτως ή άλλως, «οι αστυνομικοί είχαν εντολές να σπάσουν στο ξύλο όποιον θα χορέψει ή θα χειροκροτήσει με περισσότερο ενθουσιασμό. Και εγένετο» γράφει στην αυτοβιογραφία του ο Μπιλ Γουάιμαν, μπασίστας του γκρουπ.
Το «ρεσιτάλ» έμελλε να μείνει όπως η συμφωνία του Σούμπερτ, ημιτελές. Ξύλο, δακρυγόνα και διάλυση. Μια πορεία διαμαρτυρίας με τα προσφιλή συνθήματα «Τσιλιχρήστο παραιτήσου» έξω από το Χίλτον ήταν η δεύτερη αλλά όχι και η τελευταία πράξη του δράματος. Γιατί ο Γουάιμαν παρέμεινε στην Αθήνα για λίγες ημέρες μεσογειακών τόνων ανάπαυλας σε μια παραθαλάσσια καμπίνα στο «Αστήρ Beach Hotel». Χωρίς τους λοιπούς Στόουνς, με μερικούς φίλους - και από Μύκονο μεριά. «Η περιπέτειά μας ξεκίνησε δύο ημέρες αργότερα από τους ήχους των πολυβόλων που έρχονταν από την απέναντι πλευρά της Αθήνας. Τηλεφώνησα στο γραφείο του έλληνα παραγωγού όταν πληροφορήθηκα ότι ο στρατός είχε καταλάβει τα κυβερνητικά κτίρια». Η εναπομείνουσα παρέα αδυνατεί να επικοινωνήσει τηλεφωνικώς ή με οιονδήποτε άλλον τρόπο με τον έξω κόσμο. Το αεροδρόμιο είχε κλείσει. «Μας επιτράπηκε τελικά η αναχώρηση από τον παραγωγό που μας είπε την Κυριακή 23 Απριλίου ότι το πραξικόπημα είχε λυθεί».
Λίγες ώρες πριν από την πτήση της μεγάλης φυγής τα τελευταία μαρτύρια σε ελληνικό έδαφος. «Προτού φθάσουμε στο γραφείο μετανάστευσης, συνεχίζει ο Γουάιμαν, με πλησίασαν ομάδες βρετανών δημοσιογράφων που ήταν υπεύθυνοι για τα επίκαιρα και με ικέτευαν να πάρω φιλμ και να τα πάω στο Λονδίνο για το BBC. Στο γραφείο μετανάστευσης μας έψαξαν εξονυχιστικά και έπρεπε να δηλώσουμε και την παραμικρή δεκάρα που είχαμε πάνω μας, δηλαδή μόλις 30 λίρες όλες μαζί, ενώ όλα τα ελληνικά λεφτά που είχαμε κατασχέθηκαν».
Πάντως οι έλληνες νοικοκυραίοι δηλώνουν ικανοποιημένοι υπακούοντας στις παραινέσεις του χλωροφορμίζοντος Τύπου: «Οι νέοι μας δεν πρέπει να γίνουν Μπιτλς». Και θα το μετανιώσουν πικρά... Γιατί θα χρειασθεί μια ολάκερη τριακονταετία για να ξαναδούμε τις "Πέτρες", αυτή τη φορά χωρίς όμως τον αδικοχαμένο Τζόουνς (έφυγε από τη ζωή στις 3 Ιουλίου 1969).
...Παραλειπόμενα, λιγότερο γνωστά
Ο Τζάγκερ, το 2007 δήλωσε: «Το θυμάμαι πάρα πολύ καλά. Ήμασταν στη σκηνή, που βρισκόταν στη μέση του γηπέδου, και ξαφνικά παρατήρησα ότι δεν άφηναν τον κόσμο να πατήσει το γρασίδι και να πλησιάσει. Είχαμε ήδη αρχίσει να παίζουμε, όταν έξω άρχισε κάτι σαν επανάσταση. Τότε εγώ πήγα κοντά στο κοινό στις εξέδρες και άρχισα να πετάω λουλούδια, πράγμα που καθόλου δεν άρεσε στους αστυνομικούς. Κάπου εκεί σταμάτησε η συναυλία. Νομίζω πως ύστερα από λίγο ήρθαν οι συνταγματάρχες και η χούντα...».
Οι καιροί είναι δύσκολοι, στην ατμόσφαιρα μύριζε μπαρούτι, οι νέοι ζουν στον παλμό της συνάντησής τους με τους Stones, ενώ την ίδια στιγμή στη Λάρισα ο νεαρός στρατιώτης Γιάννης Πετρίδης από την Αθήνα, προσπαθεί να βρει μια καλή δικαιολογία για να εξασφαλίσει πάση θυσία διήμερη άδεια, προκειμένου να δώσει και αυτός το παρών στο γήπεδο του Παναθηναϊκού. Είναι ο γνωστός "δάσκαλος" Πετρίδης…
Ένα 14χρονο (;;;) αγόρι από τη Χαλκίδα, αργά τα βράδια άκουγε μετά μανίας τις ραδιοφωνικές εκπομπές του Νίκου Μαστοράκη, κερδίζοντας έτσι σε έναν πρωτότυπο διαγωνισμό, το πολυπόθητο εισιτήριο.
Τι έκανε και κέρδισε ; Πήγε στον μπακάλη της γειτονιάς και του ζήτησε να στάξει λίγο αίμα πάνω σε ένα χαρτί και έγραψε “Θα έδινα τη ζωή μου για τους Stones". Ηταν ο Μιχάλης Ασλάνης.
(;;;)...14χρονο μόνο, το 1967? Γεννηθής δηλ. το 1953? Ναι! Κι εμένα χλωμό μου φαίνεται. Τέλος πάντων συνεχίζουμε...
H πρώτη «επιδρομή» των Stones σε χώρα της Aνατολικής Eυρώπης έγινε στις 11 Aπριλίου 1967 - έξι ημέρες πριν από τη συναυλία της Αθήνας - στην πρωτεύουσα της Πολωνίας, Bαρσοβία. Mια συναυλία που όπως ήταν φυσικό, προκάλεσε την οργή του κόμματος. Aκολούθησε μια φοβερή νύχτα συμπλοκών και δακρυγόνων... Aπό τότε, ο Mικ επιχείρησε – χωρίς όμως επιτυχία – να επαναλάβει το ίδιο στη Mόσχα.
H συναυλία τότε διεκόπη στην Ελλάδα. 'Όχι όμως και το ροκ. Ντόπια σχήματα ακονίζουν κιθάρες. Και συγγνώμη, αλλά αυτό είναι ροκ εν ρολ!
τι ξεφτίλα.. ευτυχώς που ξαναήρθαν!
ΑπάντησηΔιαγραφή