Πρόσφατα επισκέφθηκα την Πετρούπολη, αυτοκρατορική πρωτεύουσα των τσάρων και θέατρο της Οκτωβριανής Επανάστασης των μπολσεβίκων. Μεταξύ άλλων, σπεύσαμε να επισκεφτούμε το Hermitage, από τα πλουσιότερα και μεγαλύτερα (ποσοτικώς και ποιοτικώς) μουσεία ανά τον κόσμο, ένα από τα σπουδαιότερα ''θησαυροφυλάκεια'' της Ευρώπης και της ανθρωπότητας. Δεν έχω ακόμη επισκεφθεί το μετά διθυράμβων υποδεχθέν Μουσείο της Ακρόπολης, ωστόσο η εμπειρία μου από μουσεία της Ελλάδας και του εξωτερικού, σε συνδυασμό με το μέγεθος και τον πλούτο των εκθεμάτων, επανέφερε στη σκέψη μου προβληματισμούς μακροχρόνιους σχετικά με τα μουσεία, την κοινωνική και παιδαγωγική τους αξία, τους ρόλους της Τέχνης, του Κράτους και του Κράτους σε σχέση με την τέχνη.Ο προβληματισμός μου πρώτη φορά γεννήθηκε στο Λούβρο, έτι ένα θησαυροφυλάκειο -ίσως το διασημότερο- της ανθρωπότητας. Δεν ήταν πολύ παλιά, στα παιδικά ταξίδια στο Παρίσι θεωρούμαστε ανώριμοι αρκετά να κατανοήσουμε τα έργα του Λούβρου (και πράγματι πρακτικά, ίσως τα παράπονά μας ως παιδιών αρκετά δύστροπων να ήταν πολύ ισχυρότερα της διάθεσης διαλόγου με την Τέχνη). Θυμάμαι είχα πάει μόνος στο Λούβρο με μια ''κλεισμένη'' μέσω του ξενοδοχείου ξεναγό, καθώς οι αδελφές μου προτιμούσαν να ακολουθήσουν τη μητέρα μας στα παρισινά μαγαζιά (κάτι που εγώ είχα πια βαρεθεί, εκτός του ότι πράγματι ήθελα να δω το Λούβρο). Πηγή του μια διήγηση της ξεναγού για τον παππού της, που όπως μου είπε της είχε κληροδοτήσει ένα έργο του Jacques-Louis David (ζωγρ'αφου. μεταξύ άλλων, της Στέψης του Ναπολέοντα) το οποίο δεν είχε το χώρο να ''ανοίξει'' και να ''εκθέσει'' στο διαμέρισμά της. Ήδη γνώριζα πως το Λούβρο πριν από Μουσείο υπήρξε παλάτι, για να παραχωρηθεί από τους εν Βερσαλλίαις μονάρχες στην Ακαδημία των Τεχνών και να καταλήξει μουσείο, χρήση που του αποδόθηκε μόνιμα μετά την πτώση του Παλαιού Καθεστώτος. Τη ρώτησα λοιπόν και μου απάντησε για την προέλευση των έργων: πολλά εξ αυτών αγοράστηκαν από το γαλλικό κράτος θεωρούμενα ως ύψιστα έργα τέχνης, άλλα παραχωρήθηκαν προς φοροαποφυγήν κατά την απόκτηση κληρονομίας από οικογένειες αστών και -κυρίως- ευγενών.Στο Ερμιτάζ, η συλλογή ξεκίνησε από το καπρίτσιο της Γερμανίδας τσαρίνας Αικατερίνης, που αγόραζε αδιάκοπα ωσότου αποκτήσει τη μεγαλύτερη συλλογή τέχνης της Ευρώπης. Συνεχίστηκε από τους διαδόχους της, ενώ οι μπολσεβίκοι προσέθεσαν στο Μουσείο τις δημευθείσες συλλογές τέχνης των ιδιωτών, καθιστώντας το Ερμιτάζ ένα από τα πλουσιότερα -εάν όχι το πλουσιότερο- Μουσείο της ανθρωπότητας. Κάθε πολίτευμα και οι μέθοδοί του: οι μοναρχίες με το χρήμα και την εξουσία στα χέρια του ενός ανδρός, οι δημοκρατίες με τα κίνητρα που ανατρέπουν το κληρονομικώ δικαιώματι μονοπώλιο της υψηλής τέχνης και του γούστου, οι επαναστάσεις δια της βίας, απαιτώντας άμεσα τον πολιτισμό στα χέρια του λαού.Κάθε κράτος, ή μάλλον κάθε αυτοκρατορία, και το μεγάλο μουσείο του. Σύμβολο ανωτερότητας, γούστου, τέχνης -σύμβολο κυριαρχίας, imperium. Το Βρετανικό Μουσείο αποικιοκρατικά εκρίζωσε από εδάφη της Αυτοκρατορίας και πλείστα άλλα μέρη της οικουμένης ό,τι καλύτερο είχε ποιήσει ο άνθρωπος και μπορούσε να μεταφερθεί, μεταξύ τούτων και τα γλυπτά του Παρθενώνα. Στο Παρίσι, την Πετρούπολη, το Βερολίνο, τη Ρώμη του Πάπα (ίσως εκείνην πρώτη απ'όλες τις πόλεις) το ίδιο. Οι Αυτοκρατορίες χρειάζονται δημοσιότητα, να διακηρύξουν ανωτερότητα και επί πάντων κυριαρχία, να διακηρύξουν πως χωρούν και εκφράζουν οικουμενικά το ανθρώπινο πνεύμα.Οι Αυτοκρατορίες μάλλον παρήλθαν, έχουμε τώρα πλέον τον τουρισμό -έστω, πολιτιστικό. Και διερωτάται κανείς: αξίζει ο σκοπός, έστω παιδευτικός, για την κατάργηση της ιδιωτικότητας ή/και της ''φυσικής ιδιοκτησίας'';Το αναιδές Ίδρυμα Γκετί ξόδεψε παρασκηνιακά πολύ χρόνο και χρήμα αναζητώντας ελληνορωμαϊκούς θησαυρούς της Μεσογείου -και αναγκάστηκε να απολογηθεί. Ίσως γιατί δεν ήταν δημόσιο -ποιος μπορεί μετά βεβαιότητος να πει πως τα ίδια θα είχε υποστεί λχ το Metropolitan της Νέας Υόρκης;Τα παραπάνω ερωτήματα εκφράζουν τον προαναφερθέντα προβληματισμό, ο οποίος συνίσταται στο αν και κατά πόσον δικαιούνται/οφείλουν τα μουσεία, στο όνομα της δημοσιότητας, της Παιδείας, ενδεχομένως της Δημοκρατίας να αποστερούν (ιδιαιτέρως κατά τρόπο παράνομο ή βίαιο) έργα Τέχνης από τα φέροντά τα μνημεία ή και ιδιώτες; Ποιος είναι ο πραγματικός σκοπός; Και, αλήθεια, αγιάζει τα μέσα;Όπως είπα παραπάνω, δεν έχω επισκεφθεί το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης. Περίπου ένα χρόνο προτού εγκαινιαστεί, όμως, υπέγραψα κι εγώ για τη διάσωση του νεοκλασικού του αριθμού 17 της Διονυσίου Αρεοπαγίτου που -όπως ελέχθη0 εμπόδιζε τη θέα. Κι αυτό γιατί αναλογίζομαι το πως θα ένιωθα εάν είχα μεγαλώσει βλέποντας από την ταράτσα μου τον ήλιο να δύει και το φεγγάρι να ανατέλλει πίσω από τον Παρθενώνα, και το κράτος αποφάσιζε να μου το στερήσει. Νομικά έχει κάθε δικαίωμα -δημόσια ωφέλεια γαρ. Συναισθηματικά;Είμαι λάτρης των μουσείων. Ο προβληματισμός ωστόσο παραμένει: αν έχεις μεγαλώσει με την απόλαυση μιας ωαραίας θέας, είτε ναού μπροστα στο σπίτι σου είτε πίνακα μέσα σ'αυτό δικαιούται το όποιο κράτος να σου την αποστερήσει; Σε άλλες εποχές δε θα είχα καν δικαίωμα να θέσω το ερώτημα: αν ο βασιλιάς, η επανάσταση, ο Φύρερ, το κράτος με όποιαν του έκφανση το αποφάσιζε θα έπρεπε απλώς να συμμορφωθώ. Και η δόξα του κράτους να ενισχυθεί, αυτοκρατορικά μεγαλεία να θεμελιωθούν, πολιτικές καριέρες να αναζωγονηθούν, κακόγουστες φιέστες εγκαινίων (πχ με ''συμβολικές θεμελιώσεις'') να εκτυλιχθούν.Οι ιδιοκτήτες των Διονυσίου Αρεοπαγίτου 17 και 19, όμως, δικαιώθηκαν. Στην Αθήνα υπάρχουν δικαστές (ίσως σπανίζουν βέβαια, αλλά αυτό είναι άλλο ζήτημα) κι εμείς μπορούμε να ελπίζουμε. Σε μια Kompetenz Kompetenz που θα λαμβάνει υπ'όψιν το ανθρώπινο κριτήριο, σε ένα imperium που για να δοξαστεί δε θα αρκεί να προσφέρει πολιτισμό ως θέαμα, αλλά να τον παραγάγει...
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου